Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Τα όσα συνέβησαν στο ελληνικό χρηματιστήριο στα μέσα Μαΐου
με επίκεντρο την μετοχή της Εθνικής Τράπεζας, χωρίς να ιδρώσει το αφτί κανενός
εισαγγελέα, θα αποτελούσαν απλώς ένα ακραίο παιχνίδι κερδοσκοπίας. Δυστυχώς
αποτελούν την επίσημη πρώτη στα όσα πρόκειται να ακολουθήσουν όχι μόνο στις
τράπεζες αλλά στο σύνολο σχεδόν της ελληνικής οικονομίας, τουλάχιστον στις
σημαντικότερες επιχειρή-σεις της, από τη στιγμή που τον τόνο στην ελληνική
αγορά κεφαλαίων ανέλαβε να δώσει η άγρια κερδοσκοπία αξιοποιώντας τα
εκατομμύρια που επένδυσε σε ελληνικές μετοχές και τις τράπεζες.
Για την κυβέρνηση Σαμαρά και την διοίκηση της Εθνικής
Τράπεζας η συμμετοχή ακραίων κερδοσκοπικών κεφαλαίων στην πρόσφατη
ανακεφαλαιοποίηση της ήταν μια ακόμη ένδειξη της αναβάθμισης της οικονομίας και
της εξόδου από την κρίση, του περίφημου successstory. Στην πραγματικότητα
οι όροι της ανακεφαλαιοποίησης ήταν τέτοιοι που η Εθνική χαρίστηκε στους
κερδοσκόπους, σε βάρος όχι μόνο των ελλήνων φορολογουμένων, αλλά επιπλέον των
εργαζομένων της και της ίδιας της οικονομίας. Αρκεί μια ματιά στο who is who
των νέων μετοχών, για να εξακριβωθεί η «τραγική ποιότητα» των επενδυτών μας,
για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του Ν. Δένδια: Σόρος, το κράτος του Αμπού
Ντάμπι, J.P. Morgan, Pimco, Fidelity και, μεταξύ άλλων, η Blackrock. Εκ των έσω
οι Σπ. Λάτσης, Β. Μαρινάκης, Ν. Πατέρας κ.α.
Στους μετόχους εξωτερικού δεν ξεχωρίζει μόνο η συμμετοχή
επαγγελματιών κερδοσκόπων που επισήμως λειτουργούν στο πλαίσιο της εξωτερικής
πολιτικής της Ουάσινγκτον, σαν το μακρύ της χέρι δηλαδή. Ξεχωρίζει επίσης η
παρουσία επενδυτικών κεφαλαίων-πλυντηρίων και άλλων που η συμμετοχή τους
συνιστά κορυφαία σύγκρουση συμφέροντος, όπως πχ της Blackrock που για τις
ελληνικές τράπεζες, μετά τους ελέγχους που διενήργησε κατ’ εντολή του ΔΝΤ,
ξέρει περισσότερα κι απ’ τους μετόχους της. Γνωρίζει επομένως όχι μόνο την
ακριβή χρηματοοικονομική της κατάσταση αλλά και πότε είναι η ώρα να …«βγει».
Από τους μετόχους «εσωτερικού» πρόκληση αποτελεί η παρουσία
του Λάτση, που δεν αφήνει ούτε ένα ξεπούλημα δημόσια περιουσίας που να μην
…τρουπώσει. Πλέον συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων που έχει, μέσω των
warrants, η συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο μπορεί να φτάσει το 6,25% του
συνόλου.
Πούλαγαν αέρα οι επενδυτές!
Οι όροι της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της Εθνικής
αποτελούν ξεπούλημα, κι ουδέποτε θα είχε προχωρήσει αν τα μέλη του ΤΧΣ δεν
είχαν εξασφαλίσει με νόμο το ακαταδίωκτό τους, πρώτα και κύρια λόγω της τιμής
που επελέγη: 2,2 ευρώ η μετοχή όταν η τιμή κλεισίματος στο χρηματιστήριο της
πιο κοντινής ημερομηνίας (8 Μαΐου 2014) ήταν 2,58 ευρώ, ενώ η τιμή με την οποία
έγινε η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου το 2013 ήταν 4,29 ευρώ. Η έκπτωση που
προκύπτει σε σχέση με πέρυσι φτάνει το 48%! Κατά συνέπεια δημιουργήθηκε ζημιά
για όσους ήταν ήδη «μέσα», με πρώτο και κύριο το ΤΧΣ που μετά κι απ’ αυτή την
αύξηση συνεχίζει να διατηρεί το 57% των μετοχών, από 84% που διατηρούσε πριν
την πρόσφατη αύξηση. Στη συνέχεια, λόγω των επιλογών της Εθνικής, του ΤΧΣ και
του επιτελείου του Στουρνάρα, ζημιά προκλήθηκε στα ασφαλιστικά ταμεία που
διατηρούν τοποθετήσεις, όπως και στους μικρομέτοχους στους οποίους δεν
επιτράπηκε καν να συμμετάσχουν στην αύξηση, όπως δεν επιτράπηκε σε κανέναν
επενδυτή από την Ελλάδα. Το φιλέτο ήταν «μόνο για ξένους», σε μια κορυφαία
περίπτωση διακριτικής μεταχείρισης μετόχων, και το σημαντικότερο μόνο για τους
μεγάλους καρχαρίες κι όχι για την μαρίδα…
Το χειρότερο όμως ήταν πως ήδη είχαν διαμορφωθεί οι
προϋποθέσεις για κερδοσκοπικά παιχνίδια: η τιμή που επελέγη, το κερδοσκοπικό
προφίλ των νέων επενδυτών σε συνδυασμό με το περιθώριο τριών ημερών που δίνει
το χρηματιστήριο για την τακτοποίηση των συναλλαγών επέτρεψαν ένα άγριο
σορτάρισμα στην μετοχή της Εθνικής, που ξεπέρασε τα επιτρεπτά όρια φτάνοντας
στο σημείο των «γυμνών πωλήσεων», δηλαδή χωρίς αντίκρισμα, 5,7 εκ. μετοχών μιας
και το αντίκρισμα θα ήταν οι νέες μετοχές. Πρωταγωνιστές ήταν οι επενδυτές που
είχαν ήδη εξασφαλίσει την αγορά των νέων μετοχών και ξεκίνησαν να τις
πουλούν πριν καν τις πάρουν στα χέρια τους, με αποτέλεσμα όταν έφτασε το
πλήρωμα του χρόνου και έπρεπε να καλύψουν τις θέσεις τους να αποδειχθεί η
γύμνια τους. Κι όταν αποκαλύφθηκε η αρπαχτή και για λίγες ώρες είχαν πάρει
φωτιά τα τηλέφωνα αναγκάστηκαν να αγοράσουν μετοχές σε υψηλότερες τιμές, με
προφανή και μεγάλη χασούρα, για να μπορούν να τις εμφανίσουν και να κλείσει
όπως-όπως το θέμα που δημιουργήθηκε.
Η έρευνα που ξεκίνησε από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ακόμη
κι αν καταλήξει στην επιβολή προστίμου, δεν πρόκειται να ξαναβάλει το τζίνι στο
μπουκάλι. Το συγκεκριμένο περιστατικό, όσο ακραίο κι αν είναι, στο εξής θα
συμβαίνει όλο και συχνότερα, λόγω του ότι τα (κερδοσκοπικά) κεφάλαια
αντιστάθμισης κινδύνου (hedgefunds) που έχουν μαζευτεί στην Ελλάδα από το
καλοκαίρι του 2013, με πρόσκληση του ίδιου του Σαμαρά κατά την επίσκεψή του
στις ΗΠΑ, λειτουργούν σε αυτήν ακριβώς την – βραχυπρόθεσμη – βάση. Δεν
πρόκειται για κάποια ηθική κατηγορία ή κριτική. Εκ του καταστατικού τους τα
συγκεκριμένα επενδυτικά κεφάλαια ενδιαφέρονται για αποδόσεις στη βάση το πολύ
ενός εξάμηνου, αναλαμβάνοντας υψηλότερους κινδύνους. Το αποτέλεσμα όμως είναι
να αυξάνονται οι κλυδωνισμοί στην οικονομία, ακόμη και στο χρηματιστήριο. Η
πτώση που κατέγραψε το ΧΑΑ από τις 18 Μαρτίου μέχρι τις 22 Μαΐου (από 1.370
μονάδες στις 1.151, δηλαδή 16%) με βασικό υπεύθυνο τις τραπεζικές μετοχές δεν
δικαιολογούταν από πουθενά αλλού πέρα από τις βραχυπρόθεσμες μεταβολές στις
θέσεις των συγκεκριμένων κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνων. Η ορμητική τους
είσοδος επομένως στην Ελλάδα μόνο την σταθερότητα, που υπόσχεται ο Σαμαράς, δεν
δημιουργεί.
Κατ’ όνομα κρατικές οι τράπεζες
Οι κίνδυνοι μάλιστα αυξάνονται εκθετικά λόγω της επιλογής
τους να τοποθετηθούν στις τράπεζες που το στίγμα τους στον επιχειρηματικό χάρτη
θα γίνει πολύ πιο έντονο το επόμενο χρονικό διάστημα, όσο θα ξαναχαράσσεται ο
επιχειρηματικός χάρτης, στα μέτρα των τραπεζών. Κατ’ αρχάς ακόμη κι η δική τους
«ιδιωτικοποίηση» που είναι ο απώτερος στόχος αργεί. Μέχρι στιγμής παρότι οι
τέσσερις μεγαλύτερες συστημικές τράπεζες έχουν αντλήσει μόνο σε δύο μήνες 8
δισ. ευρώ από το χρηματιστήριο με αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, και τον
τελευταίο χρόνο 37 δισ. από τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, κατά πλειοψηφία
ανήκουν στο ΤΧΣ, είναι δηλαδή κατ’ όνομα κρατικές. Χαρακτηρισμός που απέχει
σημαντικά από την πραγματικότητα λόγω του ότι τις αποφάσεις συνεχίζουν να τις
λαμβάνουν οι ίδιες αποτυχημένες ιδιωτικές διοικήσεις, αξιοποιώντας την απόφαση
Τρόικας και κυβέρνησης να διατηρήσουν τα προνόμια τους από τη στιγμή που
κατέβαλαν με ιδιωτική συμμετοχή το 10% στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Φυσικά, γιατί το όριο τέθηκε στο 10% κι όχι στο 30%, 40% ή 50%+1 ουδέποτε
αιτιολογήθηκε, αφήνοντας ανοιχτή την μία και μοναδική ερμηνεία: τόσα μπορούσαν,
τόσα έβαλαν και τα υπόλοιπα τα άφησαν για μας, που μέχρι στιγμής έχουμε
επιβαρυνθεί με 211,5 δις. ευρώ για την διάσωσή τους.
Ως αποτέλεσμα μετά από δύο επιτυχείς, για τραπεζίτες και
κυβέρνηση, γύρους αυξήσεων κεφαλαίου η συμμετοχή του ΤΧΣ στις τράπεζες
ανέρχεται στα εξής ποσοστά: Γιούρομπανκ 35,4%, Εθνική 57,2%, Πειραιώς 67,3% και
Άλφα Μπανκ 69,9%! Με άλλα λόγια, ακόμη και σήμερα, παρά μάλιστα τους
σκανδαλώδεις όρους πώλησης που επέβαλλαν, η απόλυτη πλειοψηφία των μετοχών (για
τις τρεις τουλάχιστον) ανήκει στο δημόσιο με την ευρεία έννοια. Δηλαδή,
παραμένει στο τραπέζι η δυνατότητα πλήρους κρατικοποίησής τους, χωρίς φυσικά
καμιά αποζημίωση στις διοικήσεις τους που θα πρέπει να απολογηθούν στην
δικαιοσύνη για την ζημιά που έχει υποστεί το δημόσιο συμφέρον από τις πράξεις
και τις παραλείψεις τους. Όπως έγινε ακόμη και στην Ιρλανδία, όπου δεν
υιοθετήθηκε καν το ισλανδικό ριζοσπαστικό μοντέλο του λουκέτου, ωστόσο στελέχη
της Anglo-IrishBank οδηγήθηκαν στη φυλακή αφού κρίθηκαν ένοχοι για παράνομες
δανειοδοτήσεις. Στην Ελλάδα ούτε καν αυτό δεν έγινε κι οι υπαίτιοι της
χρεοκοπίας τους συνεχίζουν να διοικούν τις τράπεζες, στέλνοντας τον λογαριασμό
στους φορολογούμενους.
Κόκκινα δάνεια και μαύρη εργασία
Για το μέλλον μάλιστα αυτός ο λογαριασμός προβλέπεται, για
πολλούς λόγους, αρκετά αυξημένος. Είναι πριν απ’ όλα το κόστος που θα απαιτηθεί
για την πλήρη «ιδιωτικοποίησή» τους που θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί τα
επόμενα 3,5 χρόνια. Επίσης είναι το κόστος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που
υπερβαίνουν το 30%, αγγίζοντας σύμφωνα με έγκυρες εκτιμήσεις ακόμη και τα 70
δισ. ευρώ. Η αποτίμηση και η διαχείρισή τους, ωστόσο, είναι εξόχως προβληματική
λειτουργώντας σαν γάγγραινα για την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών για τρεις
λόγους.
Πρώτο, γιατί ακόμη κι οι αναχρηματοδοτήσεις που έχουν
συμφωνηθεί (πολλές εκ των οποίων έγιναν άρον-άρον) δεν εξυπηρετούνται με
αποτέλεσμα η κατηγορία των «κόκκινων» δανείων να αυξάνεται συνεχώς. Δεύτερο,
γιατί οι εξασφαλίσεις που τα συνοδεύουν, συνήθως ακίνητα, είναι υπερτιμημένες,
με αποτέλεσμα οι ζημιές που προκύπτουν μετά την αφαίρεση των προσημειώσεων να
πρέπει να αυξηθούν. Τέλος, επειδή η προτεραιότητα που διατηρεί το δημόσιο και
τα ασφαλιστικά ταμεία σε περίπτωση κατάσχεσης εξανεμίζει ακόμη κι αυτά τα
θεωρητικά οφέλη των τραπεζών.
Κοινή συνισταμένη των παραπάνω είναι ότι τα κεφάλαια που θα
απαιτηθούν για να περάσουν οριστικά την διαχωριστική γραμμή ζωής και θανάτου θα
αυξάνεται. Θα ξεπεράσει ακόμη και τις προβλέψεις των stresstests που παρήγγειλε
η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κι αναμένεται να δημοσιοποιηθούν τον Οκτώβριο, κι
εκτιμώνται, το ανώτερο, σε 5 δις. ευρώ. Καθόλου τυχαία δεν είναι η απόφαση του
ΤΧΣ να διατηρήσει τα 11,5 δις. ευρώ που περίσσεψαν μέχρι στιγμής από τα 50 δις.
της ανακεφαλαιοποίησης. Στο κόστος της ιδιωτικοποίησης και των κόκκινων δανείων
προστίθεται η υποχρέωση αποπληρωμής ως τις 28 Φεβρουαρίου 2015 στην ΕΚΤ 40 δις.
ευρώ τα οποία είχαν δανειστεί οι ελληνικές τράπεζες τα τελευταία χρόνια κι
επίσης το μέρισμα στους κερδοσκόπους.
Η υπόσχεση που έδωσε η διοίκηση της Εθνικής στις 20 Μαΐου
για διανομή μερίσματος δεν στρεφόταν στους μικρομετόχους που έχουν καταστραφεί
από την αγορά της μετοχής της Εθνικής – αρκεί να σκεφτούμε ότι πριν την κρίση η
τιμή της ξεπερνούσε τα 150 ευρώ! Η διοίκηση της Εθνικής στους κερδοσκόπους
απευθυνόταν που αγόρασαν Εθνική προσβλέποντας στο μέρισμα! Από την μια λοιπόν
αυξημένες απαιτήσεις από την άλλη η απαίτηση για κέρδη. Σε αυτό το βωμό θα
θυσιαστούν χιλιάδες ποιοτικές θέσεις εργασίας που θα καταργηθούν στο όνομα των
συνεργιών (ενδεικτικό γεγονός είναι η αναγγελθείσα πρόσληψη χαμηλόμισθων
υπαλλήλων στην Εθνική μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος εθελούσιας
συνταξιοδότησης), θα μειωθούν μισθοί και θα κλείσουν χιλιάδες υπερχρεωμένες
επιχειρήσεις προκειμένου να ρευστοποιηθούν τα περιουσιακά τους στοιχεία για να
ταϊστεί ο μινώταυρος της κερδοσκοπίας.
Το μέλλον επομένως που μας επιφυλάσσουν οι τράπεζες
απορροφώντας πόρους που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για δημόσιες επενδύσεις
και την δημιουργία θέσεων εργασίας, είναι πιο ζοφερό από το παρελθόν, όσο
παραμένουν ιδιωτικές και δεν εθνικοποιούνται, ακόμη και τώρα.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Unfollow»
Πηγή: «ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου