Τρίτη 5 Ιουνίου 2012

Κινδυνολογίες και ψέματα υπέρ του ευρώ

Του Λεωνίδα Βατικιώτη*

Μια ακόμη προσπάθεια για να εμφανιστεί η σημερινή οικονομική πολιτική, στο βασικό της περίγραμμα, ως μονόδρομος, αποτελεί η ειδική έκδοση της Εθνικής Τράπεζας που δόθηκε στη δημοσιότητα την Τρίτη 29 Μαΐου 2012, με θέμα «το κρίσιμο δίλημμα» για την ελληνική οικονομία. Η έκθεση επιχειρεί να ποσοτικοποιήσει τις συνέπειες της εξόδου από το ευρώ και καταλήγει ότι η έξοδος ισοδυναμεί με κοινωνική καταστροφή. Με αυτό τον τρόπο επιδιώκει να στοιχίσει τους εκλογείς πίσω από το ευρώ και κατ' επέκταση τα φιλομνημονιακά κόμματα, υπερβαίνοντας έτσι τη διαχωριστική γραμμή που έχει διαμορφωθεί με επίκεντρο το Μνημόνιο και κατ' επέκταση το κοινωνικό ζήτημα. Μια διαχωριστική γραμμή που, περιττό να ειπωθεί, διευκολύνει την άμεση καταδίκη της λιτότητας και τη μακροπρόθεσμη αμφισβήτηση του ευρώ, επιτρέποντας μετατοπίσεις σε βάρος της αστικής πολιτικής.
Κατ' αρχάς, πρέπει να ειπωθεί ότι η Εθνική Τράπεζα βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία. Να θυμίσουμε ότι πριν λίγους μήνες ο δοτός πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος είχε προαναγγείλει μια έρευνα για τα αποτελέσματα της εξόδου από το ευρώ, η οποία ποτέ δεν έγινε. Πολύ πιθανά επομένως η δουλειά να ανατέθηκε στην Εθνική αντί στο υπουργείο Οικονομικών. Από καιρό άλλωστε ισχύει ό,τι για την Τζένεραλ Μότορς και τις ΗΠΑ την πρώτη μεταπολεμική εποχή: «Ό,τι είναι καλό για τις τράπεζες και την Εθνική είναι και για το Ελλάδα».
Πού βρίσκεται η σύγκρουση συμφέροντος; Το γεγονός ότι η Εθνική Τράπεζα συγχέει και ταυτίζει το δικό της ιδιοτελές συμφέρον (ως μια χρεοκοπημένη τράπεζα που συνεχίζει να λειτουργεί χάρη στο τσάμπα χρήμα) με το κοινωνικό συμφέρον φαίνεται από το γεγονός ότι εξαρχής ταυτίζει την παραμονή στο ευρώ με την εφαρμογή των μνημονίων και τη χρηματοδότηση των τραπεζών. Μόνο που έτσι αποδεικνύεται και ποιος ευνοείται από την πολιτική της «εσωτερικής υποτίμησης». 
Εκθειάζοντας τη χρηματοδότηση, αναφέρεται συγκεκριμένα πως από τα 150 δισ. Ευρώ που έχει λάβει μέχρι στιγμής η Ελλάδα, μόνο τα 20 δισ. έχουν χρησιμοποιηθεί για τις πρωτογενείς ανάγκες του προϋπολογισμού και τα υπόλοιπα πήγαν στους πιστωτές. Εξ αυτών τα 25 δις κατευθύνθηκαν ή θα κατευθυνθούν στις μαύρες τρύπες των ελληνικών τραπεζών. Φαίνεται έτσι πού κατά κύριο λόγο πήγαν τα χρήματα της «διάσωσης»: σε ελληνικές και ξένες τράπεζες που ωφελήθηκαν τα μέγιστα από την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους κι όχι στην κάλυψη των χρηματοδοτικών κενών του κρατικού προϋπολογισμού. Αυτή η πρωτοφανής μεταφορά πόρων, με τον λογαριασμό να χρεώνεται στο ελληνικό Δημόσιο, ουδέποτε θα είχε συμβεί εκτός ευρώ. Οι μηχανισμοί της ευρωζώνης (τόσο οι θεσμικοί όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας όσο οι ανεπίσημοι όπως το Βερολίνο) θωράκισαν τα συμφέροντα των τραπεζών και εγγυήθηκαν την επιτυχή ολοκλήρωση της πέμπτης ελληνικής χρεοκοπίας, όπως έγινε προς όφελος των πιστωτών. Γιατί μετά να μη δίνουν όρκο πίστης στο ευρώ οι χρεοκοπημένοι τραπεζίτες;
Το γεγονός ότι η έκθεση της Εθνικής δεν έχει καμιά σχέση με τα κοινωνικά συμφέροντα τα οποία επικαλείται για να στιγματίσει την έξοδο από το ευρώ φαίνεται επίσης από το γεγονός ότι εκθειάζει τα αποτελέσματα από την εφαρμογή του Μνημονίου, παραβλέποντας την πανθομολογούμενη αποτυχία του στην εκπλήρωση των ονομαστικών του στόχων, όπως είναι για παράδειγμα η αντιμετώπιση του δημοσιονομικού εκτροχιασμού, που εξακολουθεί να ...είναι εδώ! Η οικονομία βυθίζεται σε ένα σπιράλ ύφεσης και λιτότητας, η ανεργία έχει εκτιναχθεί σε πρωτοφανή επίπεδα, οι άστεγοι αυξάνονται κάθε εβδομάδα και παρόλα αυτά η Εθνική αναφέρει: «Αξίζει εκ προοιμίου να επισημανθεί ότι παρά τα αναμφισβήτητα σκληρά μέτρα που εφαρμόστηκαν την τελευταία διετία, η ελληνική οικονομία σημείωσε σημαντική πρόοδο σε βασικά πεδία της οικονομικής προσαρμογής»!
Συνειδητή διαστρέβλωση της πραγματικότητας ωστόσο αποτελούν και οι «υπολογισμοί» της έκθεσης της Εθνικής, ο επικεφαλής οικονομολόγος της οποίας, Παύλος Μυλωνάς, υπηρετούσε επί 8ετίας στο ΔΝΤ. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ο κίνδυνος δημιουργίας ενός πληθωριστικού φαύλου κύκλου ως αποτέλεσμα της υποτίμησης του νέου εθνικού νομίσματος και της νομισματικής χρηματοδότησης των πρωτογενών δημοσιονομικών ελλειμμάτων, που το 2011 παρέμειναν στο 2,2% του ΑΕΠ.
Η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Το χρηματοδοτικό κενό του κρατικού προϋπολογισμού κατά πρώτο λόγο μπορεί να καλυφθεί με την αύξηση της άμεσης φορολογίας, ειδικά στις υπηρεσίες και δη τις χρηματοπιστωτικές που δεν έχουν τη δυνατότητα ακόμη και να χρησιμοποιήσουν ως εκβιασμό την απειλή της μετεγκατάστασης. Κατά δεύτερο, τα ελλείμματα μπορούν να καλυφθούν με την προσφυγή σε εσωτερικό δανεισμό, όπως συνέβαινε επί δεκαετίες, σε βάρος φυσικά όχι μόνο των κερδών που απομυζούν οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οίκοι, αλλά και οι εγχώριες τράπεζες, καθώς από εκεί θα φύγουν τα χρήματα για να τοποθετηθούν στα κρατικά ομόλογα. Η εκτύπωση νέου χρήματος, ωστόσο, ακόμη και πληθωριστικού, είναι αναγκαία προκειμένου η ελληνική οικονομία να ξεπεράσει την υφεσιακή παγίδα στην οποία βυθίζεται, χωρίς μάλιστα να διακρίνεται και ένα ορατό τέλος.

*Δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ την Κυριακή 3/6/2012


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...