ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ της περασμένης εβδομάδας οι υπουργοί Οικονομικών
της Ευρωζώνης συμφώνησαν στο Eurogroup να υποστηρίξουν το αίτημα της
Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας για επέκταση του χρόνου αποπληρωμής των χρεών που
επωμίστηκαν όταν δέχθηκαν τη βοήθεια Ε.Ε.-ΔΝΤ.
Στο μεταξύ, πλήθος καθηγητές, οικονομολόγοι και αναλυτές
είχαν αποκαλύψει την καταστροφική και αδιέξοδη κατάληξη των πολιτικών
λιτότητας. Τελευταίο παράδειγμα η μελέτη των De Grauwe and Ji (2013), η οποία
με απλές διακρατικές συγκρίσεις κατέδειξε πως όσο ισχυρότερες είναι οι
πολιτικές λιτότητας, τόσο μεγαλύτερη είναι η ύφεση των οικονομιών οι οποίες τις
υφίστανται και τόσο μεγαλύτερη είναι η αύξηση του βάρους των κρατικών χρεών.
Προς επιβεβαίωση των συμπερασμάτων τους, οι τελευταίες στατιστικές
υπογραμμίζουν πως ο πληθωρισμός πέφτει, η ανεργία αυξάνεται και η βιομηχανική
και οικονομική δραστηριότητα βουλιάζει σε όλη την Ευρώπη.
Ωστόσο, ένας απλός τρόπος δοκιμασίας της ορθότητας και αποτελεσματικότητας των πολιτικών λιτότητας είναι ο καθρέφτης της πρακτικής τους και των επιτευγμάτων τους όταν «ποζάρουν» μπροστά στους αρχικούς τους στόχους. Γιατί βεβαίως έχει ενδιαφέρον να δούμε από πού αντλεί τόση σιγουριά ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών και πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, όταν αναφερόμενος στις δύο αιτηθείσες χαλάρωση χώρες ισχυρίζεται πως «και τα δύο προγράμματα είναι εντός στόχων και έχουν καλές επιδόσεις, παρά τις δύσκολες μακροοικονομικές συνθήκες».
1 Από πλευράς ανάπτυξης, οι διαφορές μεταξύ των αρχικών σχεδιασμών της τρόικας και των πιο πρόσφατων προβλέψεων της Κομισιόν είναι τεράστιες στην περίπτωση της Ελλάδας (-22 ποσοστιαίες μονάδες), μεγάλες για την Πορτογαλία (-5,4%) και μέτριες έως μικρές για την Ισπανία και την Ιρλανδία (-1,9 και -1,4% αντίστοιχα).
Ενα εξαιρετικά ενδιαφέρον σημείο που προκύπτει από τη σύγκριση των εξελίξεων στους ρυθμούς ανάπτυξης και την ανεργία αφορά τη δυσκολία περιορισμού της ανεργίας στα μεσοδιαστήματα όπου σημειώνεται άνοδος του ΑΕΠ μιας χώρας. Για παράδειγμα, παρατηρούμε πως τη διετία 2011-2012, που η Ιρλανδία σημείωσε μικρή άνοδο του ΑΕΠ της (1% ετησίως), το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε 1% αντί να μειωθεί. Αντίστοιχα, το 2010, όπου το ΑΕΠ της Πορτογαλίας αυξήθηκε 1,9%, η ανεργία, αντί να μειωθεί έστω ελαφρά, αυξήθηκε 1,4%. Παρομοίως και στην Ισπανία όπου το 2011 αυξήθηκε ελαφρά το ΑΕΠ 0,4%, η ανεργία αυξήθηκε επίσης 1,6%. Από τις διαπιστώσεις αυτές μπορούμε να καταλάβουμε πόσο δύσκολο είναι να μειωθεί η ανεργία ακόμη και αν η οικονομία ανακάμπτει, και ότι θα χρειαστούν πολύ υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης για να δημιουργηθεί απασχόληση που θα αντιστρέψει το ανοδικό ρεύμα της ανεργίας.
Η κίνηση αυτή ήταν προϊόν της μαζικής κοινωνικής αντίδρασης
στα σκληρά προγράμματα λιτότητας που εφαρμόζονται σε όλη την ευρωπαϊκή
περιφέρεια, με δυσβάσταχτο κόστος για τους πολίτες. Η πολιτική αμφισβήτηση και
αβεβαιότητα των ιταλικών εκλογών, η «ηφαιστειακή» κατάσταση στην Ελλάδα, οι
μαζικές διαδηλώσεις σε Πορτογαλία, Ισπανία και Ιρλανδία και η παλλαϊκή
αντίδραση στη Βουλγαρία κατά των ανατιμήσεων στο ρεύμα, με συνέπεια την πτώση
της κυβέρνησης, θορύβησαν τις Βρυξέλλες, με αποτέλεσμα να προτίθενται να ρίξουν
λίγο νερό στο κρασί τους.
Βεβαίως, τα πρώτα σημάδια αυτοκριτικής και αναγνώρισης του
«λάθους» της ακολουθούμενης πολιτικής στις υπερχρεωμένες χώρες είχε έλθει πρώτα
από το ΔΝΤ, με την παραδοχή της εσφαλμένης εκτίμησης των δημοσιονομικών
πολλαπλασιαστών που χρησιμοποιήθηκαν στα προγράμματα λιτότητας, με συνέπεια τη
μεγαλύτερη του προσδοκωμένου ύφεση των οικονομιών αυτών.
Ωστόσο, ένας απλός τρόπος δοκιμασίας της ορθότητας και αποτελεσματικότητας των πολιτικών λιτότητας είναι ο καθρέφτης της πρακτικής τους και των επιτευγμάτων τους όταν «ποζάρουν» μπροστά στους αρχικούς τους στόχους. Γιατί βεβαίως έχει ενδιαφέρον να δούμε από πού αντλεί τόση σιγουριά ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών και πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, όταν αναφερόμενος στις δύο αιτηθείσες χαλάρωση χώρες ισχυρίζεται πως «και τα δύο προγράμματα είναι εντός στόχων και έχουν καλές επιδόσεις, παρά τις δύσκολες μακροοικονομικές συνθήκες».
Πρόβλεψη Ε.Ε.- ΔΝΤ
Με τη λογική συγκεντρώσαμε σε πίνακες τις προβλέψεις των
Ε.Ε.-ΔΝΤ για την εξέλιξη της ανάπτυξης, της ανεργίας, του δημόσιου ελλείμματος
και του χρέους την περίοδο 2009-2014, όπως αυτές καταγράφονται στα προγράμματα
προσαρμογής των 4 χωρών (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία), που
καταρτίστηκαν αρχικά ως βασική προϋπόθεση για τη χορήγηση βοήθειας στις 4 αυτές
χώρες, και τις συγκρίναμε με τις τελευταίες διαθέσιμες προβλέψεις της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2013), για να διαπιστώσουμε την ύπαρξη και την έκταση των
μεταξύ τους αποκλίσεων. Για το σκοπό αυτό σκόπιμα δεν λήφθηκαν υπ’ όψιν οι
όποιες ενδιάμεσες αναθεωρήσεις των προγραμμάτων. Αξίζει να επισημανθεί πως οι
αποκλίσεις είναι μεγαλύτερες στις χώρες των οποίων τα προγράμματα λιτότητας
ξεκίνησαν νωρίτερα (π.χ. 2010 για την Ελλάδα) και μικρότερες σε αυτές που
ξεκίνησαν πιο πρόσφατα (2012 για την Ισπανία).
Από τη σύγκριση αυτή, λοιπόν, προκύπτουν τα εξής πολύ
ενδιαφέροντα:
1 Από πλευράς ανάπτυξης, οι διαφορές μεταξύ των αρχικών σχεδιασμών της τρόικας και των πιο πρόσφατων προβλέψεων της Κομισιόν είναι τεράστιες στην περίπτωση της Ελλάδας (-22 ποσοστιαίες μονάδες), μεγάλες για την Πορτογαλία (-5,4%) και μέτριες έως μικρές για την Ισπανία και την Ιρλανδία (-1,9 και -1,4% αντίστοιχα).
2 Οσον αφορά το ποσοστό ανεργίας, οι Ε.Ε.-ΔΝΤ υπολόγιζαν
στην περίπτωση της Ελλάδας μία αύξηση 5,1% την περίοδο 2009-2014 και τώρα
προβλέπουν αύξηση 16,2% (και αυτή εξωπραγματικά υποτονική), ενώ για την
Πορτογαλία υπολόγιζαν αρχικά μία αύξηση 2% και τώρα μιλάνε για 6,2%, για την
Ισπανία λογάριαζαν αύξηση 6% και τώρα εκτιμούν 8,6%, ενώ για την Ιρλανδία
έβλεπαν μείωση 1,1% και τώρα προβλέπουν αύξηση 2,1%.
3 Σχετικά με τα δημόσια ελλείμματα, των οποίων ο περιορισμός
ήταν και ο βασικός στόχος των προγραμμάτων λιτότητας, οι διαφορές είναι
συγκριτικά οι μικρότερες δυνατές (μικρότερες του 1%), με την εξαίρεση της
Ισπανίας, όπου η διαφορά προβλέψεων φθάνει τις -4,4%.
4 Τέλος, από τη σκοπιά του δημοσίου χρέους/ΑΕΠ οι διαφορές
που προκύπτουν δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητες, με την Ελλάδα να κατέχει τα
σκήπτρα με απόκλιση 26,8% μεταξύ αρχικών και τελικών προβλέψεων για το 2014,
την Πορτογαλία να ακολουθεί με 17,1%, την Ισπανία με 11% και μόνο την Ιρλανδία
να αποκλίνει οριακά με 1%.
Συμπερασματικά, σε Ελλάδα και Πορτογαλία τα προγράμματα
καταφανώς απέτυχαν, εκτροχιάζοντας τις οικονομίες τους, στην Ισπανία για το
ολιγόχρονο της άσκησης του προγράμματος δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για
επιτυχία στις προβλέψεις-στόχους ανάπτυξης και ανεργίας, ενώ δημοσιονομικά
μπορεί να μιλήσει για αποτυχία, και μόνο στην περίπτωση της Ιρλανδίας οι
αποκλίσεις είναι σχετικά μικρές.
Η μάστιγα της ανεργίας
Ενα εξαιρετικά ενδιαφέρον σημείο που προκύπτει από τη σύγκριση των εξελίξεων στους ρυθμούς ανάπτυξης και την ανεργία αφορά τη δυσκολία περιορισμού της ανεργίας στα μεσοδιαστήματα όπου σημειώνεται άνοδος του ΑΕΠ μιας χώρας. Για παράδειγμα, παρατηρούμε πως τη διετία 2011-2012, που η Ιρλανδία σημείωσε μικρή άνοδο του ΑΕΠ της (1% ετησίως), το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε 1% αντί να μειωθεί. Αντίστοιχα, το 2010, όπου το ΑΕΠ της Πορτογαλίας αυξήθηκε 1,9%, η ανεργία, αντί να μειωθεί έστω ελαφρά, αυξήθηκε 1,4%. Παρομοίως και στην Ισπανία όπου το 2011 αυξήθηκε ελαφρά το ΑΕΠ 0,4%, η ανεργία αυξήθηκε επίσης 1,6%. Από τις διαπιστώσεις αυτές μπορούμε να καταλάβουμε πόσο δύσκολο είναι να μειωθεί η ανεργία ακόμη και αν η οικονομία ανακάμπτει, και ότι θα χρειαστούν πολύ υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης για να δημιουργηθεί απασχόληση που θα αντιστρέψει το ανοδικό ρεύμα της ανεργίας.
Επιπλέον, όπως επισημαίνει ο Richard Wood (VOX, 4/3/2013),
«οι καταιγίδες απέχουν πολύ από το να κοπάσουν. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του
ΔΝΤ (Οκτώβριος 2012), που σίγουρα υποτιμούν το μέγεθος των επικείμενων
προβλημάτων λόγω των πρόσφατης ανάλυσης του διεθνούς οργανισμού για τον
δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή, τα σωρευτικά δημόσια ελλείμματα ως ποσοστό του
ΑΕΠ την περίοδο 2013-2016 υπολογίζονται να ανέλθουν σε: 9,5% του ΑΕΠ για
Γαλλία, 12% για Ελλάδα, 17% για Ιρλανδία, 6% για Ιταλία, 10,7% για Πορτογαλία
και 17,3% για Ισπανία. Αυτά τα σωρευτικά ελλείμματα θα χρειαστούν
χρηματοδότηση. Εάν τα ελλείμματα αυτά χρηματοδοτηθούν με νέες ομολογιακές
εκδόσεις, τότε το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί σε αφόρητα επίπεδα, με αποτέλεσμα οι
διεθνείς οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης, οι επενδυτές και οι χρηματοπιστωτικές
αγορές να αντιδράσουν αναλόγως.
Πηγή: enet μέσω ΚΑΡΤΕΣΙΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου