Του Λευτέρη
Χαραλαμπόπουλου
Αν κάποιος στις
αρχές του 2010 έλεγε ότι μέσα σε τέσσερα χρόνια το 60% των νέων θα ήταν
άνεργοι, οι μισθοί θα είχαν κατρακυλήσει κάτω από το όριο της φτώχειας, θα
είχαν κλείσει νοσοκομεία και σχολεία, οι φόροι θα αυξάνονταν κατακόρυφα, οι
νέοι θα μετανάστευαν μαζικά, ενώ ταυτόχρονα η κυβέρνηση θα έβγαζε στο σφυρί
ακόμη και τις παραλίες της χώρας, θα τον πέρναγαν για τρελό. Αποκλείεται να συμβούν αυτά στην Ελλάδα.
Εδώ θα ξεσηκωθούν όλοι. Τέτοια μέτρα δεν πρόκειται να περάσουν. Αυτές ήταν οι
πιο συχνές απαντήσεις. Στην Ελλάδα υπάρχει παράδοση δυναμικών συνδικαλιστικών
αγώνων, ήταν η φράση που έκλεινε συχνά-πυκνά αυτές τις συζητήσεις.
Πράγματι! Στην
Ελλάδα υπάρχει παράδοση συνδικαλιστικών και ταξικών αγώνων, μόνο που δεν είναι
μία, ούτε ενιαία και αδιαίρετη. Δεν ήταν ίδιος ο συνδικαλισμός στα πρώτα χρόνια
της μεταπολίτευσης, με το συνδικαλισμό μετά τη δεκαετία του
1980. Πολύ περισσότερο δεν είχε καμία σχέση, με το συνδικαλισμό στα χρόνια των
«παχιών αγελάδων» της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα (1998-2006), ο
οποίος γέννησε τις ηγεσίες των εργατοπατέρων. Ο εργοδοτικός και
κυβερνητικός συνδικαλισμός πάντα είχε βαθιές ρίζες στην Ελλάδα, όπως και σε όλη
την Ευρώπη. Η κατάσταση αυτή, όμως, έγινε κυρίαρχη ιδιαίτερα μετά το
1985, με τις συνδικαλιστικές παρατάξεις του ΠΑΣΟΚ (ΠΑΣΚΕ) και της ΝΔ (ΔΑΚΕ) να
μετατρέπονται σε πλήρως ελεγχόμενα κομματικά και εργοδοτικά όργανα,
σέρνοντας ολόκληρο το εργατικό κίνημα στην «κοινωνική συναίνεση».
Αυτές οι ηγεσίες
βρέθηκαν να ηγούνται των μεγαλύτερων συνδικάτων στα χρόνια της κρίσης. Παρά την προδοτική
στάση των ηγεσιών της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, η βαρβαρότητα των μνημονίων οδήγησε
σε μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις και συγκεντρώσεις. Το «αυθόρμητο» ενός
λαού, που έβλεπε δικαιώματα και κατακτήσεις δεκαετιών να συντρίβονται,
λειτούργησε σχεδόν αντανακλαστικά. Σχεδόν όλοι οι κλάδοι βρέθηκαν στο δρόμο.
Μόνο που δεν
το έκαναν ούτε ταυτόχρονα, ούτε οργανωμένα, ούτε με τα ίδια αιτήματα. Το
έκαναν όταν θιγόταν πρώτα και κύρια ο «δικός τους» χώρος... Κανείς ωστόσο δεν
μπορεί να παραγνωρίσει το «κίνημα των πλατειών» και τα συλλαλητήρια του
Συντάγματος, που ένωσαν πολλές «διαφορετικές» φωνές. Όμως το
«αυθόρμητο», όταν δεν μετεξελιχθεί σε οργανωμένη ταξική πάλη, με όχημα τα
συνδικάτα, έχει ημερομηνία λήξης...
Ποια είναι η ευθύνη
των συνδικάτων και των συνδικαλιστών; Πώς η οικονομική κρίση και τα μνημόνια
ανέδειξαν σε μεγάλο βαθμό και την κρίση του συνδικαλισμού; Πώς φτάσαμε ως εδώ;
Τι συμβαίνει με τα προνόμια των συνδικαλιστών και πόσο επηρέασαν τη νιρβάνα των
συνδικάτων και πυροδότησαν την «απέχθεια» του κόσμου -με τη ανάλογη προπαγάνδα
των ΜΜΕ- απέναντι τους; Ποιος θα υπερασπιστεί το συνδικαλισμό τώρα που η
κυβέρνηση ετοιμάζεται ουσιαστικά να τον καταργήσει; Και γιατί να τον
υπερασπιστεί κανείς;
Διαιρεί και
βασίλευε...
Ο εργοδοτικός
κυβερνητικός συνδικαλισμός, όπως διαμορφώθηκε τις δεκαετίες πριν την εκδήλωση
της κρίσης, οδήγησε στον εκφυλισμό και την απαξίωση όλων των συλλογικών
διαδικασιών. Στην
κοινωνία πέρασε η λογική του «κοινωνικού αυτοματισμού» με τα αιτήματα να είναι
αποκλειστικά «κλαδικά» και με τους εργαζόμενους να στρέφονται ο ένας εναντίον
του άλλου: Οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα απέναντι σε αυτούς του δημοσίου.
Οι ελεύθεροι επαγγελματίες εναντίον των αγροτών. Οι εργαζόμενοι γονείς
κατηγορούσαν τους καθηγητές όταν αυτοί απεργούσαν. Όλη η κοινωνία τα έβαζε με
τους ναυτεργάτες. Σε αυτό το έδαφος του συντεχνιασμού καρποφόρησε ο
κατακερματισμός του εργατικού και λαϊκού κινήματος, που επιδίωκε διακαώς το
σύστημα.
Ταυτόχρονα τα προκλητικά
προνόμια που απολάμβαναν κάποιοι συνδικαλιστές, οι παχυλές αμοιβές που
εισέπρατταν για τη συμμετοχή τους σε επιτροπές και σε ΔΣ οργανισμών, τα μικρά
και μεγάλα σκάνδαλα στα οποία συμμετείχαν, η ευθεία γραμμή από τα προεδρεία των
ομοσπονδιών στα έδρανα της Βουλής, αποτέλεσαν τις βασικές αιτίες που οδήγησαν
στην αποστροφή μεγάλης μερίδας εργαζομένων προς τη συνδικαλιστική δράση εν
γένει. Ο «ατομισμός», το ιδεολόγημα ότι «οι αγώνες δεν φέρνουν
αποτελέσματα» και, κυρίως, η λογική της διατήρησης των «δικών» μας κεκτημένων,
που διαπότισε τις συνειδήσεις μιας σειράς συνδικαλιστών (και της Αριστερός) σε
σωματεία, συνδικάτα και ομοσπονδίες, ήταν τα βασικά αίτια που η καταιγίδα των
μνημονίων βρήκε το συνδικαλιστικό κίνημα ανήμπορο να αντιδράσει, τόσο απέναντι
στις κυβερνητικές πολιτικές, όσο και σ’ εκείνες τις ηγεσίες των συνδικάτων που πρόσφεραν
πολύτιμο στήριγμα στην επιβολή των βάρβαρων μέτρων.
Ποιος μπορεί να
ξεχάσει τη δήλωση του προέδρου της ΓΣΕΕ Γ. Παναγόπουλου στο
πρακτορείο Reuters, τέσσερις μήνες μετά την ψήφιση του πρώτου μνημονίου, ότι «δεν
υπάρχει σχέδιο για γενική απεργία για το αμέσως επόμενο διάστημα» και
ότι «σκληρές πολιτικές, αυτές που προβλέπονται στο μνημόνιο,
εφαρμόστηκαν και ορατές πολιτικές εναλλακτικές λύσεις δεν υπάρχουν». Όταν
ο πρόεδρος της μεγαλύτερης συνδικαλιστικής οργάνωσης του ιδιωτικού τομέα δήλωνε
ότι δεν υπάρχουν «εναλλακτικές πολιτικές» έναντι του μνημονίου, προφανώς ο
δρόμος για την εφαρμογή του «δόγματος του σοκ» από την τρόικα και τις ελληνικές
κυβερνήσεις άνοιγε διάπλατα.
Σε μια επιτυχημένη
εφαρμογή της τακτικής «διαιρεί και βασίλευε», τα μέτρα χτυπούσαν τους
εργαζόμενους κατά κατηγορίες. Το 2010 στοχοποιήθηκαν οι δημόσιοι υπάλληλοι ως
«υπαίτιοι της κρίσης». Αυτό ήταν το πρώτο βήμα για να περάσουν όλα τα
μνημονιακά μέτρα που έχουν οδηγήσει σε ποσοστά ανεργίας του 30%, στην καθιέρωση
μισθών των 400 ευρώ στον ιδιωτικό τομέα, σε περικοπές των συντάξεων, των
επιδομάτων, σε καταστροφή χιλιάδων μικρών επιχειρήσεων, στη διάλυση μιας
ολόκληρης κοινωνίας. Ωστόσο, ακόμη και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που
πιστεύουν ότι το ελληνικό δημόσιο ευθύνεται για τη... διεθνή οικονομική κρίση!
Όμως, υπήρχε ένα
υλικό υπόβαθρο για να πατήσει όλη αυτή η προπαγάνδα: Οι συνδικαλιστικοί
φορείς του δημοσίου τομέα στη συντριπτική πλειονότητά τους ασχολούνταν
αποκλειστικάμε τη διατήρηση των δικών τους προνομίων, φροντίζοντας να τα
εξασφαλίζουν σε συναλλαγή (πάνω και κάτω από το τραπέζι) με τις πολιτικές
ηγεσίες και τις κυβερνήσεις. Την ίδια στιγμή που δεν πάλεψαν ποτέ με την
ίδια ζέση για να γίνουν οι δημόσιες υπηρεσίες πιο λειτουργικές για τους
υπόλοιπους εργαζόμενους, έκαναν τα στραβά μάτια στη διαφθορά υπαλλήλων ή
φρόντιζαν να συμμετέχουν στη «λεία», δεν ενδιαφέρονταν αν δίπλα τους
επεκτεινόταν η ελαστική εργασία με συμβασιούχους, υπαλλήλους stage, ενοικιαζόμενους
ή μαύρους εργαζόμενους. Από κοντά και οι Ομοσπονδίες της ΔΕΗ, του ΟΤΕ,
της ΕΥΔΑΠ, που καθησύχαζαν τα μέλη τους ότι δεν θα τους αγγίξουν τα μέτρα...
Δεν ήταν διαφορετική
η κατάσταση και στον ιδιωτικό τομέα. Η συμμετοχή στους «κοινωνικούς διαλόγους»
ήταν η επιλογή της ΓΣΕΕ όλα τα προηγούμενα χρόνια. Οι ηγεσίες της ΠΑΣΚΕ
και της ΔΑΚΕ, που είχαν την πλειοψηφία, έβαλαν πλάτη για να περάσουν οι
πρώτες ανατροπές στην κοινωνική ασφάλιση, η ελαστικοποίηση των εργασιακών
σχέσεων, η καθήλωση των μισθών.
Στην περίοδο ακμής
της ελληνικής οικονομίας, που οι δείκτες ανάπτυξης έτρεχαν με 4-5%
αποδέχτηκαν αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και μείωση συντάξεων, και το 2006
υπέγραψαν με το ΣΕΒ δίχρονη συλλογική σύμβαση εργασίας που προέβλεπε αύξηση
0,77 ευρώ(!) στο μεροκάματο των εργαζομένων. Η ίδια η ΓΣΕΕ
απασχολούσε εργαζόμενους με καθεστώς stage, δηλαδή μισοπληρωμένους και
ανασφάλιστους!
Με αυτή την
προϊστορία, δεν είναι να απορεί κανείς που ο Παναγόπουλος ζήτησε να...
κάνει διάλογο με τους εκπροσώπους της τρόικας, ούτε το πόσο εύκολα αποδέχτηκαν
οι συνδικαλιστές της ΠΑΣΚΕ και της ΔΑΚΕ σαν... αναγκαίο κακό τη μείωση του
κατώτερου μισθού στα 586 ευρώ μικτά και την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων.
Ούτε είναι να απορεί
κανείς γιατί η ΓΣΕΕ εκπροσωπεί μόλις το 15% των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα
και τα στελέχη της αντιμετωπίζονται απαξιωτικά από τους εργαζόμενους, σε
βαθμό που δεν μπορούν να παρευρεθούν ούτε στις απεργιακές συγκεντρώσεις, αφού
φοβούνται ότι θα τους γιουχάρουν.
Η αναγνώριση του
συνδικαλισμού, η προστασία των συνδικαλιστών έναντι της εργοδοσίας, οι
συνδικαλιστικές άδειες, αιτήματα που κατακτήθηκαν με αίμα για την προστασία των
εργαζόμενων, βρέθηκαν στα χέρια μιας δράκας ανθρώπων που βλέπουν το
συνδικαλισμό ως καριέρα και ως προθάλαμο για την πολιτική τους ανέλιξη. Από
τα 80 μέλη του Γενικού Συμβουλίου της ΑΔΕΔΥ, που έχουν πλήρη απαλλαγή
καθηκόντων, είναι ζήτημα αν τα μισά πατάνε σε οποιαδήποτε συνδικαλιστική
δουλειά εκτός της μίας συνεδρίασης το μήνα. Άλλωστε, υπήρχε μια
παράδοση να εκλέγονται στο ΓΣ της ΑΔΕΔΥ γνωστοί και ημετέροι, ή οι σύζυγοι των
μεγαλοσυνδικαλιστών, όχι τόσο για τη συνδικαλιστική τους δράση όσο για να
απαλλαγούν από την υποχρέωση να... πηγαίνουν στη δουλειά τους. Η
συμμετοχή σε ΔΣ οργανισμών (π.χ. Εθνική Τράπεζα, ΔΕΗ, Ασφαλιστικά Ταμεία κτλ.)
υποτίθεται ότι θεσπίστηκε για να υπάρχει έλεγχος από τους εργαζόμενους. Τι
είπαν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων για την καταλήστευση των αποθεματικών των
ασφαλιστικών ταμείων και το σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων; Ακούσατε
ποτέ τους συνδικαλιστές της ΟΤΟΕ να αποκαλύπτουν τα σκάνδαλα των τραπεζών ή να
αντιτίθεται στη σκανδαλώδη αναχρηματοδότησή τους με λεφτά του ελληνικού λαού; Αντίθετα
πολλές είναι οι φορές που υπέγραψαν συμβάσεις εργασίας στο όνομα δήθεν της
«διάσωσης» των τραπεζών τους.
Πότε έβαλαν ως πρώτο
θέμα των αιτημάτων τους οι ενώσεις των γιατρών τα φακελάκια και -εκτός
ελάχιστων εξαιρέσεων- ποιοι συνδικαλιστές γιατροί συγκρούστηκαν με τη διαφθορά
στα νοσοκομεία, ακόμη κι αν προερχόταν από τον κλάδο τους; Πόσο
κοστίζει, άραγε, η «κοινωνική ειρήνη»; Φρέσκο είναι το παράδειγμα του
«συνδικαλιστή» που συνελήφθη επ' αυτοφώρω έχοντας λάβει 50.000 ευρώ
προκειμένου να μην προχωρήσουν οιεργαζόμενοι στο νοσοκομείο Σωτηρία σε
απεργιακές κινητοποιήσεις. Νωπή είναι ακόμα η στάση του σωματείου εργαζομένων
της «Χαλυβουργίας Ελλάδας» στο Βόλο, όπου την ίδια ώρα που οι
συνάδελφοί τους στην Ελευσίνα έδιναν ηρωικό αγώνα για να αποτρέψουν τις
απολύσεις και τις μειώσεις μισθών που ήθελε να επιβάλει ο ιδιοκτήτης Μάνεσης,
αυτοί τα έκαναν «πλακάκια» με την εργοδοσία και συνέχισαν να
δουλεύουν λειτουργώντας σαν απεργοσπαστικός μηχανισμός. Μέχρι τη στιγμή που
οι απολύσεις έφτασαν βέβαια και στον Βόλο...
Τελικά τι είναι
συνδικαλισμός;
Ο
εργοδοτικός-κυβερνητικός συνδικαλισμός και η σαπίλα του είναι η μια πλευρά του
νομίσματος. Υπάρχει και η άλλη όψη. Είναι οι μικροί και μεγάλοι αγώνες
σωματείων, συνδικάτων κι εργαζομένων που πάλεψαν κόντρα σε θεριά και
δαίμονες. Οι ηρωικοί απεργοί της Χαλυβουργίας. Μεγάλο μέρος των
εργαζομένων στην ΕΡΤ, που κρατούν τίμια και αγωνιστική στάση μέχρι σήμερα. Οι
εργαζόμενοι στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, που έθεταν πρώτο αίτημα τη μείωση των
εισιτηρίων, μέχρι που επιστρατεύτηκαν. Οι ναυτεργάτες που τα έβαλαν με το
εφοπλιστικό λόμπι. Οι καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών και οι εργάτες
της COSCO. Ταξικοί αγώνες θα υπάρχουν όσο υπάρχουν ταξικές
κοινωνίες. Τίμιοι και «καθαροί» συνδικαλιστές, υπάρχουν σε όλους τους
πολιτικούς χώρους. Μεγαλύτερη, είναι όμως η ευθύνη της Αριστερός και των δικών
της στελεχών, να ενώσουν το εργατικό κίνημα σε κατεύθυνση σύγκρουσης με
το σύνολο αυτής της πολιτικής. Σε αυτή την πορεία δεν χωρούν οι
ξεχωριστές του ΠΑΜΕ. Δεν χωρά η στάση συνδικαλιστών του ΣΥΡΙΖΑ, που υπαναχωρούν
από μεγάλες απεργίες μέχρι να υπάρξουν «οι όροι και οι προϋποθέσεις», ούτε
η επιλογή της ηγεσίας του να μαζεύει κάθε καρυδιάς συνδικαλιστικό καρύδι στις
τάξεις του, παρέχοντας συγχωροχάρτια.
Υπάρχει βέβαια και η
ευθύνη των ίδιων των εργαζομένων. Αλλάζοντας τους συσχετισμούς στα
υπάρχοντα σωματεία, στήνοντας σωματεία που θα παλεύουν για να κερδίζουν στους
χώρους δουλειάς τους, και θα λειτουργούν με γνώμονα την ταξική αλληλεγγύη,
πείθοντας τον εργαζόμενο κόσμο για τη δύναμή του.
Ο νόμος περί «συνδικαλισμού»
που θα επιχειρήσει να φέρει το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση δεν θα έχει ως
στόχο την «κατάργηση των προνομίων των συνδικαλιστών», όπως θα το παρουσιάσουν,
αλλά να βάλει το εργατικό κίνημα στο γύψο και να καταργήσει ουσιαστικά το
δικαίωμα της απεργίας. Εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα μόνο μια λύση
υπάρχει: οι εργαζόμενοι και όσοι συνδικαλιστές δεν είναι υποτακτικοί
των κυβερνήσεων, των εργοδοτών και των κομμάτων τους, να βάλουν στο περιθώριο
τους εκπροσώπους του «επίσημου» συνδικαλισμού και να διεκδικήσουν το αυτονόητο:
την προάσπιση των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού.
Πηγή: «Unfollow»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου