Στα χαρακώματα οι… αλληλέγγυοι εταίροι για το τραπεζικό
απόρρητο, το κούρεμα των καταθέσεων, το φορολογικό και μισθολογικό
ανταγωνισμό.
Το πρώτο και κύριο μέτωπο είναι η τραπεζική ένωση. Κανονικά, τον προσεχή Ιούνιο πρέπει να συμφωνηθούν σε Σύνοδο Κορυφής οι τελευταίες λεπτομέρειες για το μηχανισμό των τραπεζικών διασώσεων και εγγύησης των καταθέσεων από το 2015, ένα χρόνο αφότου θα έχει εκκινήσει η εποπτεία των 6.000 τραπεζικών ιδρυμάτων της Ευρωζώνης από την ΕΚΤ. Μέχρι πρότινος είχαν όλοι δεδομένο ότι οι καταθέσεις μέχρι 100.000 ευρώ είναι ασφαλείς, ενώ η ανακεφαλαιοποίηση των προβληματικών τραπεζών θα γίνεται μέσω του μηχανισμού ESM, που θεσπίστηκε το 2011. Η γερμανική ηγεσία, κι από κοντά η Ολλανδία και η Φινλανδία, η Κομισιόν και ο Ντράγκι έχουν περίπου μηδενίσει το κοντέρ, ανοίγοντας με το πείραμα της Κύπρου το κεφάλαιο bail in, δηλαδή της «διάσωσης από τα μέσα».
Χθες, στο άτυπο Eurogroup του Δουβλίνου που ενέκρινε το κυπριακό μνημόνιο και τη βύθιση του νησιού σε πέλαγος ύφεσης τουλάχιστον 12%, έγινε η πρώτη συζήτηση του σχεδίου οδηγίας της Κομισιόν η οποία προβλέπει: τη δυνατότητα να αναλαμβάνουν οι εθνικές κυβερνήσεις το 20% του κόστους μιας τραπεζικής «διάσωσης», το ενδεχόμενο σ’ αυτή τη διάσωση να συμμετέχουν πρωτίστως οι διατραπεζικές καταθέσεις (δηλαδή καταθέσεις που διατηρούνται σε μια τράπεζα για λογαριασμό άλλης) και το ενδεχόμενο μεταφοράς μέρους του κόστους της διάσωσης, όχι μόνον στον ESM, στους μετόχους και στους ομολογιούχους μιας τράπεζας, αλλά και στους ανυποψίαστους αποταμιευτές της. Εν ολίγοις, το κούρεμα των καταθέσεων σε όλη την Ευρωζώνη μπαίνει με τον πιο επίσημο τρόπο στο τραπέζι, κατ’ αρχήν για λογαριασμούς άνω των 100.000 ευρώ. Αλλά, με όσα έχουν μεσολαβήσει το τελευταίο δίμηνο, ποιος εγγυάται ότι η όρεξη των ευρωκρατών θα περιοριστεί εκεί;
Το δεύτερο πεδίο πολέμου σχετίζεται με το κυνήγι των φορολογικών παραδείσων. Διόλου τυχαία και διόλου αθώα πρέπει να θεωρηθεί η εκστρατεία αποκαλύψεων για τις offshore της υφηλίου στην οποία πρωτοστάτησε Δίκτυο Ανεξάρτητων Δημοσιογράφων. Η γερμανική ηγεσία και η Κομισιόν έσπευσαν να αγκαλιάσουν θερμά την «ανεξάρτητη έρευνα», η οποία προφανέστατα χρησιμοποιείται κατά των χωρών της Ευρωζώνης που είναι ή φιλοξενούν τέτοιους φορολογικούς παραδείσους, στηρίζοντας μια δυσθεώρητη χρηματοπιστωτική φούσκα. Εκ πρώτης όψεως ο σκοπός φαίνεται αγαθός, αλλά δύσκολα υποκρύπτονται οι διαθέσεις του Βερολίνου να αφαιρέσει τα τελευταία πλεονεκτήματα ανταγωνιστριών χωρών στον έλεγχο των ροών του χρήματος, μαύρου, γκρίζου ή πάλευκου.
«Συνθηκολόγησε» ο Γιούνγκερ του Λουξεμβούργου, υποσχόμενος ότι θα συνεργαστεί στην ανταλλαγή πληροφοριών για τους τραπεζικούς λογαριασμούς, στα κλαριά ανέβηκε όμως η αυστριακή κυβέρνηση που δηλώνει ότι θα υπερασπιστεί μέχρι εσχάτων το τραπεζικό απόρρητο και δεν έχασε την ευκαιρία να «καρφώσει» δημόσια τη Βρετανία ως παγκόσμιο πλυντήριο αφορολόγητου ή μαύρου χρήματος. Κι ο Κάμερον, ως άξιος επίγονος της Θάτσερ, έσπευσε ήδη χθες στο Βερολίνο για να διαπραγματευτεί με τη Μέρκελ την «εξαίρεση» της Βρετανίας από τέτοιες βδελυρές βλέψεις κατά του City, θυμίζοντας και το δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι στην Ε.Ε. που έχει υποσχεθεί στους εκλογείς του. Αυτός είναι ένας πόλεμος που απειλεί με ακρωτηριασμούς το ευρωπαϊκό συνονθύλευμα.
Λιγότερο θορυβώδες, αλλά διόλου ασήμαντο είναι το τρίτο πεδίο πολέμου στην Ευρωζώνη, που άνοιξε με πρωτοβουλία του Βελγίου. Η κυβέρνηση της χώρας προσέφυγε στην Κομισιόν καταγγέλλοντας για κοινωνικό «ντάμπινγκ» και αθέμιτο μισθολογικό ανταγωνισμό τη Γερμανία, στην οποία περίπου 7,5 εκατομμύρια άτομα απασχολούνται στις λεγόμενες mini jobs, θέσεις εργασίας χωρίς ασφάλιση, χωρίς φορολόγηση και με ωρομίσθιο μόλις 3-4 ευρώ, την ώρα που στο Βέλγιο το ωρομίσθιο είναι τετραπλάσιο και ανάλογο το κόστος ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας. Η βελγική κυβέρνηση δεν κινήθηκε τόσο από ευαισθησία για το κοινωνικό κράτος, όσο από την πίεση βελγικών επιχειρήσεων που απειλούν να μεταναστεύσουν εκτός χώρας. Και ανάλογες πιέσεις ασκούν γαλλικές και ολλανδικές επιχειρήσεις στις κυβερνήσεις των χωρών τους.
Η περίπτωση είναι διδακτική για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί αποκαλύπτει το άθλιο ταξικό θεμέλιο του γερμανικού «θαύματος» και της γερμανικής «ηγεμονίας» στην Ευρωζώνη. Και δεύτερον, γιατί φωτίζει έναν ακόμη βασικό λόγο για τον οποίο η γερμανική ηγεσία θέλει να εξαγάγει και να διαιωνίσει σε όλη την Ευρώπη το μοντέλο της ακραίας λιτότητας και της υποτίμησης της μισθωτής εργασίας που η ίδια έχει δοκιμάσει με επιτυχία εδώ και 12 χρόνια στην ίδια τη Γερμανία. Αν στην καρδιά τής «αυτοκρατορίας» το 20% του εργατικού δυναμικού δουλεύει σε καθεστώς «Ειδικής Οικονομικής Ζώνης», γιατί αυτό να μην είναι ο κανόνας στον τεμπέλικο, αμέριμνο και υπερβολικά «πλούσιο» Νότο;
Η έκβαση των μαχών στα τελευταία πολεμικά πεδία της Ευρωζώνης δεν έχει ακόμη κριθεί. Η ζωηρή και δημόσια αντιπαράθεση μεταξύ των ευρωκρατών ενέχει το σπέρμα της διάλυσής της ΟΝΕ, αλλά ταυτόχρονα προδιαθέτει για τους επόμενους συμβιβασμούς, τουλάχιστον ανάμεσα στις χώρες που διαπραγματεύονται μαχητικά τα «εθνικά» τους συμφέροντα. Θεαματικά απούσες από την αντιπαράθεση οι μνημονιακές «αποικίες» του Νότου, εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται ως πεδία θερμοπυρηνικών δοκιμών και να μετατρέπονται σε τοπία κοινωνικού ολέθρου. Τι άλλο είναι μια χώρα σαν την Ελλάδα με ανεργία κοντά στο 30% και με μια κυβέρνηση που ανησυχεί μόνο πώς θα προστατεύσει τους «φίλους» της χρηματοπιστωτικής και επιχειρηματικής διαπλοκής από τις επιβουλές των δανειστών και της τρόικας;
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Ο «πόλεμος» είναι η βασική συνθήκη ύπαρξης της Ευρωζώνης από
καταβολής της. Όλες οι συμφωνίες που τη συνθέτουν θεσμικά δεν είναι παρά
«συνθήκες ειρήνης» στις οποίες καταλήγουν οι εταίροι έπειτα από οξύτατες
αναμετρήσεις. Γι’ αυτό άλλωστε η Ευρωζώνη, παρά τις διακηρύξεις περί εταιρικής
αλληλεγγύης, εξελίσσεται σε τοπίο μετά τη μάχη, με νικητές και ηττημένους.
Ποιος έχει αμφιβολία ότι στα 12 χρόνια ύπαρξης του ευρώ η Γερμανία είναι ο
θριαμβευτής μιας αναμέτρησης, περιστοιχιζόμενη από λίγους αλώβητους συμμάχους
και πολλούς κατατροπωμένους εχθρούς; Έστω κι αν το μέτρο διάκρισης νικητών και
ηττημένων είναι τα πλεονάσματα των μεν και τα ελλείμματα των δε.
Από τη στιγμή που ξέσπασε η κυπριακή κρίση, στην Ευρωζώνη άνοιξαν τρία νέα
μέτωπα πολέμου όλων εναντίον όλων. Περιττό να πούμε ότι και πάλι η γερμανική
ηγεσία ήρξατο χειρών αδίκων, με την υποστήριξη των λίγων της συμμαχίας ΑΑΑ,
δηλαδή των χωρών με άριστη πιστοληπτική αξιολόγηση.
Τραπεζική ένωση
Το πρώτο και κύριο μέτωπο είναι η τραπεζική ένωση. Κανονικά, τον προσεχή Ιούνιο πρέπει να συμφωνηθούν σε Σύνοδο Κορυφής οι τελευταίες λεπτομέρειες για το μηχανισμό των τραπεζικών διασώσεων και εγγύησης των καταθέσεων από το 2015, ένα χρόνο αφότου θα έχει εκκινήσει η εποπτεία των 6.000 τραπεζικών ιδρυμάτων της Ευρωζώνης από την ΕΚΤ. Μέχρι πρότινος είχαν όλοι δεδομένο ότι οι καταθέσεις μέχρι 100.000 ευρώ είναι ασφαλείς, ενώ η ανακεφαλαιοποίηση των προβληματικών τραπεζών θα γίνεται μέσω του μηχανισμού ESM, που θεσπίστηκε το 2011. Η γερμανική ηγεσία, κι από κοντά η Ολλανδία και η Φινλανδία, η Κομισιόν και ο Ντράγκι έχουν περίπου μηδενίσει το κοντέρ, ανοίγοντας με το πείραμα της Κύπρου το κεφάλαιο bail in, δηλαδή της «διάσωσης από τα μέσα».
Χθες, στο άτυπο Eurogroup του Δουβλίνου που ενέκρινε το κυπριακό μνημόνιο και τη βύθιση του νησιού σε πέλαγος ύφεσης τουλάχιστον 12%, έγινε η πρώτη συζήτηση του σχεδίου οδηγίας της Κομισιόν η οποία προβλέπει: τη δυνατότητα να αναλαμβάνουν οι εθνικές κυβερνήσεις το 20% του κόστους μιας τραπεζικής «διάσωσης», το ενδεχόμενο σ’ αυτή τη διάσωση να συμμετέχουν πρωτίστως οι διατραπεζικές καταθέσεις (δηλαδή καταθέσεις που διατηρούνται σε μια τράπεζα για λογαριασμό άλλης) και το ενδεχόμενο μεταφοράς μέρους του κόστους της διάσωσης, όχι μόνον στον ESM, στους μετόχους και στους ομολογιούχους μιας τράπεζας, αλλά και στους ανυποψίαστους αποταμιευτές της. Εν ολίγοις, το κούρεμα των καταθέσεων σε όλη την Ευρωζώνη μπαίνει με τον πιο επίσημο τρόπο στο τραπέζι, κατ’ αρχήν για λογαριασμούς άνω των 100.000 ευρώ. Αλλά, με όσα έχουν μεσολαβήσει το τελευταίο δίμηνο, ποιος εγγυάται ότι η όρεξη των ευρωκρατών θα περιοριστεί εκεί;
Φορολογικός ανταγωνισμός
Το δεύτερο πεδίο πολέμου σχετίζεται με το κυνήγι των φορολογικών παραδείσων. Διόλου τυχαία και διόλου αθώα πρέπει να θεωρηθεί η εκστρατεία αποκαλύψεων για τις offshore της υφηλίου στην οποία πρωτοστάτησε Δίκτυο Ανεξάρτητων Δημοσιογράφων. Η γερμανική ηγεσία και η Κομισιόν έσπευσαν να αγκαλιάσουν θερμά την «ανεξάρτητη έρευνα», η οποία προφανέστατα χρησιμοποιείται κατά των χωρών της Ευρωζώνης που είναι ή φιλοξενούν τέτοιους φορολογικούς παραδείσους, στηρίζοντας μια δυσθεώρητη χρηματοπιστωτική φούσκα. Εκ πρώτης όψεως ο σκοπός φαίνεται αγαθός, αλλά δύσκολα υποκρύπτονται οι διαθέσεις του Βερολίνου να αφαιρέσει τα τελευταία πλεονεκτήματα ανταγωνιστριών χωρών στον έλεγχο των ροών του χρήματος, μαύρου, γκρίζου ή πάλευκου.
«Συνθηκολόγησε» ο Γιούνγκερ του Λουξεμβούργου, υποσχόμενος ότι θα συνεργαστεί στην ανταλλαγή πληροφοριών για τους τραπεζικούς λογαριασμούς, στα κλαριά ανέβηκε όμως η αυστριακή κυβέρνηση που δηλώνει ότι θα υπερασπιστεί μέχρι εσχάτων το τραπεζικό απόρρητο και δεν έχασε την ευκαιρία να «καρφώσει» δημόσια τη Βρετανία ως παγκόσμιο πλυντήριο αφορολόγητου ή μαύρου χρήματος. Κι ο Κάμερον, ως άξιος επίγονος της Θάτσερ, έσπευσε ήδη χθες στο Βερολίνο για να διαπραγματευτεί με τη Μέρκελ την «εξαίρεση» της Βρετανίας από τέτοιες βδελυρές βλέψεις κατά του City, θυμίζοντας και το δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι στην Ε.Ε. που έχει υποσχεθεί στους εκλογείς του. Αυτός είναι ένας πόλεμος που απειλεί με ακρωτηριασμούς το ευρωπαϊκό συνονθύλευμα.
Κοινωνικό ντάμπινγκ
Λιγότερο θορυβώδες, αλλά διόλου ασήμαντο είναι το τρίτο πεδίο πολέμου στην Ευρωζώνη, που άνοιξε με πρωτοβουλία του Βελγίου. Η κυβέρνηση της χώρας προσέφυγε στην Κομισιόν καταγγέλλοντας για κοινωνικό «ντάμπινγκ» και αθέμιτο μισθολογικό ανταγωνισμό τη Γερμανία, στην οποία περίπου 7,5 εκατομμύρια άτομα απασχολούνται στις λεγόμενες mini jobs, θέσεις εργασίας χωρίς ασφάλιση, χωρίς φορολόγηση και με ωρομίσθιο μόλις 3-4 ευρώ, την ώρα που στο Βέλγιο το ωρομίσθιο είναι τετραπλάσιο και ανάλογο το κόστος ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας. Η βελγική κυβέρνηση δεν κινήθηκε τόσο από ευαισθησία για το κοινωνικό κράτος, όσο από την πίεση βελγικών επιχειρήσεων που απειλούν να μεταναστεύσουν εκτός χώρας. Και ανάλογες πιέσεις ασκούν γαλλικές και ολλανδικές επιχειρήσεις στις κυβερνήσεις των χωρών τους.
Η περίπτωση είναι διδακτική για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί αποκαλύπτει το άθλιο ταξικό θεμέλιο του γερμανικού «θαύματος» και της γερμανικής «ηγεμονίας» στην Ευρωζώνη. Και δεύτερον, γιατί φωτίζει έναν ακόμη βασικό λόγο για τον οποίο η γερμανική ηγεσία θέλει να εξαγάγει και να διαιωνίσει σε όλη την Ευρώπη το μοντέλο της ακραίας λιτότητας και της υποτίμησης της μισθωτής εργασίας που η ίδια έχει δοκιμάσει με επιτυχία εδώ και 12 χρόνια στην ίδια τη Γερμανία. Αν στην καρδιά τής «αυτοκρατορίας» το 20% του εργατικού δυναμικού δουλεύει σε καθεστώς «Ειδικής Οικονομικής Ζώνης», γιατί αυτό να μην είναι ο κανόνας στον τεμπέλικο, αμέριμνο και υπερβολικά «πλούσιο» Νότο;
Η έκβαση των μαχών στα τελευταία πολεμικά πεδία της Ευρωζώνης δεν έχει ακόμη κριθεί. Η ζωηρή και δημόσια αντιπαράθεση μεταξύ των ευρωκρατών ενέχει το σπέρμα της διάλυσής της ΟΝΕ, αλλά ταυτόχρονα προδιαθέτει για τους επόμενους συμβιβασμούς, τουλάχιστον ανάμεσα στις χώρες που διαπραγματεύονται μαχητικά τα «εθνικά» τους συμφέροντα. Θεαματικά απούσες από την αντιπαράθεση οι μνημονιακές «αποικίες» του Νότου, εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται ως πεδία θερμοπυρηνικών δοκιμών και να μετατρέπονται σε τοπία κοινωνικού ολέθρου. Τι άλλο είναι μια χώρα σαν την Ελλάδα με ανεργία κοντά στο 30% και με μια κυβέρνηση που ανησυχεί μόνο πώς θα προστατεύσει τους «φίλους» της χρηματοπιστωτικής και επιχειρηματικής διαπλοκής από τις επιβουλές των δανειστών και της τρόικας;
Πηγή: «ΔΡΟΜΟΣΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου