Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Εξαιρετικά αποκαλυπτική ήταν πρόσφατη ανακοίνωση της
Γιούροστατ (26/2015) (εδώ το σχετικό έγγραφο)
που για πρώτη φορά συγκέντρωσε και παρουσίασε το κρυφό χρέος των κρατών μελών
της ΕΕ.
Πρόκειται για υποχρεώσεις που, όπως εξηγεί η ευρωπαϊκή
στατιστική υπηρεσία, δεν συνυπολογίζονται ακόμη στο χρέος, είναι ωστόσο πιθανό
να συμβεί στο μέλλον. Περιλαμβάνουν τρεις κατηγορίες υποχρεώσεων: εγγυήσεις του
δημοσίου, υποχρεώσεις που συνδέονται με συμπράξεις δημόσιου κι ιδιωτικού τομέα
οι οποίες δεν έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό και υποχρεώσεις επιχειρήσεων
του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
222% το χρέος της Γερμανίας!
Η πρώτη εντύπωση που σχηματίζεται από μια φευγαλέα ματιά
στον πίνακα με το πιθανό ή σκιώδες δημόσιο χρέος κάθε χώρας είναι ότι απέχει
παρασάγγας από τον πίνακα με τις επιδόσεις των χωρών στο
δημόσιο χρέος, όπως μετριέται επισήμως.
Οι επιδόσεις για παράδειγμα της
Γερμανίας, με ένα πολύ χαμηλό δημόσιο χρέος της τάξης του 77% για το 2013, πάνε
περίπατο κι η κυβέρνηση της Μέρκελ συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους χρεώστες
της ΕΕ, ενώ η Ελλάδα φαίνεται σαν μια από τις χώρες με την πιο συνετή χρήση της
δυνατότητας δανεισμού! Δεν πρόκειται για υπερβολή. Η Γερμανία κερδίζει το χρυσό
μετάλλιο στο σκιώδες χρέος το οποίο ανέρχεται στο 145% του ΑΕΠ της, ενώ
ακολουθεί η Ολλανδία όπου το σκιώδες χρέος ανέρχεται στο 115% του ΑΕΠ. Οι χώρες
δηλαδή με το μεγαλύτερο χρέος αυτής της κατηγορίας είναι εκείνες που κουνάν με
αυστηρότητα το δάκτυλο στις χώρες με το υψηλό δημόσιο χρέος, ζητώντας λιτότητα
και δημοσιονομική πειθαρχία. Στην άλλη άκρη της κλίμακας της Γιούροστατ
βρίσκεται η Ελλάδα, με το αφανές χρέος της να ανέρχεται μόνο σε 10,5%. Η μεγαλύτερη
έκπληξη ωστόσο εμφανίζεται αν κανείς αθροίσει το αφανές και το πραγματικό
δημόσιο χρέος. Γιατί, τότε αποδεικνύεται ότι η Γερμανία, με ένα συνολικό χρέος
της τάξης του 222% του ΑΕΠ της, ξεπερνάει κατά πολύ τόσο την Ελλάδα, που
βρίσκεται 24 μονάδες χαμηλότερα, όσο και την Πορτογαλία, που είναι 30 μονάδες
χαμηλότερα.
Εδώ φυσικά θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι ο κίνδυνος
να μην πληρωθεί το αφανές χρέος και να μετακυλισθεί στο δημόσιο είναι ένα
σενάριο τόσο μακρινό και υποθετικό που δεν αξίζει καν να το συζητάμε. Δεν είναι
έτσι! Το σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times στις 11 Φεβρουαρίου αφήνει να
πέσει μια μικρή χαραμάδα φωτός στα όσα κρύβονται πίσω από την σχετική
ανακοίνωση της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας. «Οι στατιστικοί της ΕΕ δεν
παρέχουν μια ολοκληρωμένη εξήγηση για το τι βρίσκεται πίσω από τους αριθμούς.
Αλλά η Destatis, η γερμανική στατιστική υπηρεσία δήλωσε στους Financial Times
ότι το υπερβολικό σκιώδες χρέος της Γερμανίας προέρχεται πιθανά από υποχρεώσεις
των δημόσιων τραπεζών. Αυτές περιλαμβάνουν την KfW, σε ομοσπονδιακό επίπεδο,
τις κρατιδιακές τράπεζες (Landesbanken) και τις δημοτικές τράπεζες
αποταμιεύσεων (Sparkassen)».
Κατά μία εκδοχή που υιοθετεί η βρετανική εφημερίδα το αφανές
χρέος των γερμανικών δημόσιων και ημι-δημόσιων τραπεζών αφορά καταθέσεις των
γερμανών πολιτών στις συγκεκριμένες τράπεζες, που εμφανίζονται στο σκέλος των
υποχρεώσεων. Και καθώς οι λογαριασμοί που εμφανίζει η ευρωπαϊκή στατιστική
υπηρεσία δεν περιλαμβάνουν περαιτέρω λεπτομέρειες τα αντίστοιχα στοιχεία ενεργητικού
δε εμφανίζονται με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια αμφισβητήσιμη εικόνα για τα
δημόσια οικονομικά της Γερμανίας.
Τα του οίκου της Γερμανίας ποτέ εν δήμω
Υπάρχει ωστόσο κι άλλη ερμηνεία. Ειδικότερα, η Γερμανία από
το 2008 είδε πολλές και μεγάλες τράπεζες της να βρίσκονται αντιμέτωπες με
χαρτοφυλάκια που ξεχείλιζαν από τοξικά ομόλογα. Ήταν τράπεζες που είχαν
επεκταθεί στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού και δραστηριοποιούνταν στον πολλά
υποσχόμενο (τότε) τομέα τη επενδυτικής τραπεζικής. Η ταχύτητα με την οποία το
Βερολίνο εξαφάνισε το πρόβλημα κάτω από το χαλί ήταν αξιοζήλευτη. Κανείς όμως
δεν έχει μάθει τι έχει συμβεί με εκείνες τις πολλές τράπεζες που στο απόγειο
της κρίσης του 2008 είχαν χαρακτηριστεί από τον βρετανικό Economist ως «100
μικρές Ελλάδες». Ξεχωρίζουμε δύο από αυτές: την WestLB και την HRE. Η πρώτη, με
έδρα το Ντίσελντορφ και με μια ιστορία πίσω της 180 χρόνων, απαίτησε την άμεση
καταβολή από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό 17 δις. ευρώ για να διασωθεί ενώ
στις 30 Ιουνίου 2012 μετονομάστηκε σε Portigon Financial Services και
ειδικεύτηκε σε επενδύσεις χαρτοφυλακίου, εξαφανίζοντας έτσι τα ίχνη της.
(Τακτική δοκιμασμένη κι επιτυχημένη έπειτα από κάθε μεγάλη ληστεία). Στο
απόγειο της δόξας της, το 2005, το ενεργητικό της είχε φτάσει τα 294 δις. ευρώ
(όταν η Commerzbank διέθετε 445 δις. ευρώ κι η Deutsche Bank 992 δις. ευρώ).
Τόσο η συγκεκριμένη τράπεζα όσο κι άλλες κρατιδιακές τράπεζες, στα ΔΣ των οποίων
συχνά φιγουράρουν πολιτικά πρόσωπα ακόμη κι εκλεγμένοι, όφειλαν σημαντικό μέρος
της επιτυχίας τους στην ικανότητα τους να δανείζονται τεράστια ποσά λόγω του
ότι αξιοποιούσαν την ανώτατη πιστοληπτική αξιολόγηση των γερμανικών κρατιδίων
όπου έδρευαν και τα οποία συμμετείχαν στο μετοχικό τους κεφάλαιο. Πετύχαιναν
έτσι την μεγαλύτερη δυνατή μόχλευση, οδηγώντας τα δανεικά τους κεφάλαια στα
ουράνια και παρέχοντας όλες τις απαραίτητες δικαιολογίες στις κυβερνήσεις να
δηλώσουν πως είναι υπερβολικά μεγάλες για να αφεθούν να χρεοκοπήσουν, οπότε η
διάσωσής τους, με λεφτά των φορολογουμένων εννοείται, αναγόταν σε «εθνική
υπόθεση». Εξ ίσου «θαυμαστή» είναι κι η πορεία της HRE (Hypo Real Estate) που
διασώθηκε μεταφέροντας σε μια «κακή τράπεζα» στοιχεία ενεργητικού ύψους 210
δις. ευρώ. Κάπου εδώ όμως σταματάει κι η επίσημη ενημέρωση για την τύχη τους.
Η Γερμανία που απαίτησε και πέτυχε να έχει πρόσβαση, μέσω
των οργάνων της τραπεζικής ενοποίησης για παράδειγμα και των τεστ αντοχής των
τραπεζών που ολοκληρώθηκαν τον Οκτώβρη του 2014, στα στοιχεία όλων των
τραπεζικών ιδρυμάτων της Ευρώπης, κατά παράβαση κάθε έννοιας ανταγωνισμού,
εξασφάλισε αυθαίρετα, αξιοποιώντας την παντοδυναμία της, τα του οίκου της να
παραμείνουν μια αυστηρά εσωτερική της υπόθεση. Χώρες αντίθετα όπως η Ελλάδα
αναγκάστηκαν να δημοσιοποιήσουν τα πάντα: ό,τι όφειλαν κι ό,τι δεν όφειλαν (από
το ύψος των κρατικών εγγυήσεων στις ΔΕΚΟ μέχρι τα ελλείμματα ΝΠΔΔ) με την
αμέριστη βοήθεια υποτελών πολιτικών, όπως ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γ.
Παπακωνσταντίνου, για παράδειγμα που τοποθέτησαν σε κάθε δημόσια υπηρεσία κι
έναν γκαουλάιτερ των δανειστών. Φροντίζοντας έτσι η Γερμανία πολύ έγκαιρα να
ρίξει ένα πέπλο σιωπής για τα οικονομικά και το κόστος διάσωσης των γερμανικών
τραπεζών, απομάκρυνε με αποτελεσματικό τρόπο την ίδια από το κάδρο της
τραπεζικής κρίσης που άμεσα ή έμμεσα επηρέασε όλη την Ευρώπη, αλλάζοντας άρδην
τους όρους του οικονομικού και πολιτικού παιχνιδιού κι αναβαθμίζοντας την θέση
της. «Όλη την Ευρώπη, πλην της Γερμανίας», θα συμπλήρωνε η Μέρκελ. Μέχρι που
ήρθε η ανακοίνωση της Γιούροστατ και σήκωσε ελαφρώς το χαλί, επιτρέποντας μας
να αναρωτηθούμε κατά πόσο η Γερμανία θα μπορούσε να ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις,
να αλλάζει υπουργούς και να διατάζει ιδιωτικοποιήσεις για να κερδίσουν οι δικές
της επιχειρήσεις αν το δημόσιο χρέος της εμφανιζόταν μεγαλύτερο από της
Ελλάδας…
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Επίκαιρα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου