Tου
Σταύρου Λυγερού
Οι έρευνες του τουρκικού σκάφους Μπαρμπαρόσα νοτίως της
Κύπρου συνιστούν μείζονος σημασίας παραβίαση του διεθνούς δικαίου και έμπρακτη
αμφισβήτηση των νόμιμων δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν έχουν,
ωστόσο, από μόνες τους τις προϋποθέσεις να προκαλέσουν θερμό επεισόδιο.
Η κίνηση που θα άλλαζε ποιοτικά τον χαρακτήρα της τουρκικής
πρόκλησης είναι η παρεμπόδιση με στρατιωτικά μέσα της γεώτρησης που ήδη
πραγματοποιεί η κοινοπραξία ΕΝΙ-Κogas στο κοίτασμα Ονασαγόρας στο θαλάσσιο
οικόπεδο 9 της κυπριακής ΑΟΖ.
Προς το παρόν, δεν υπάρχει ένδειξη ότι η Άγκυρα προτίθεται
να κάνει το κρίσιμο αυτό βήμα. Ο λόγος είναι ότι μία τέτοια ενέργεια θα
προκαλούσε άλλου τύπου αντιδράσεις και παρενέργειες.
Ας σημειωθεί ότι στην περιοχή δεν βρίσκονται μόνο τουρκικές
ναυτικές μονάδες. Άσκηση με πραγματικά πυρά πραγματοποίησε το
ρωσικό ναυτικό, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται κοινή άσκηση του Ισραήλ με την
Κυπριακή Δημοκρατία με τη συμμετοχή μαχητικών αεροσκαφών.
Η Λευκωσία έχει ζητήσει την αποστολή στη Μεγαλόνησο
ελληνικής φρεγάτας. Η κυβέρνηση Σαμαρά είναι πολύ επιφυλακτική, με το
επιχείρημα ότι δεν θέλει να στρατιωτικοποιήσει την κρίση.
Η αποστολή ελληνικής φρεγάτας, όμως, δεν θα είχε σκοπό την
εκδίωξη του Μπαρμπαρόσα από την κυπριακή ΑΟΖ και την εμπλοκή σε θερμό
επεισόδιο.
Θα είχε σκοπό να υπογραμμίσει τη συμπαράσταση προς τη
Λευκωσία και να δείξει ότι η Ελλάδα είναι παρούσα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η
επίδειξη σημαίας είναι μέρος της ναυτικής τακτικής.
Η απροθυμία της Αθήνας να εμπλακεί είχε φανεί όταν στην αρχή
της κρίσης ο πρόεδρος Αναστασιάδης είχε ζητήσει από τον Σαμαρά να μεταβεί στη
Λευκωσία για διαβουλεύσεις με σκοπό να φανεί ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν
είναι μόνη.
Τότε, ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε απαντήσει αρνητικά.
Τελικώς, αποφασίσθηκε να πάει στην Κύπρο καθ’ οδόν προς το Κάιρο, όπου στις 8
Νοεμβρίου θα πραγματοποιηθεί η τριμερής σύνοδος Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου.
Το ανωτέρω τρίγωνο, σε συνδυασμό με το συμπληρωματικό
τρίγωνο Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ έχουν εμμέσως και αντιτουρκικό χαρακτήρα.
Καταδεικνύουν ότι η Τουρκία είναι απομονωμένη στην Ανατολική
Μεσόγειο. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν θα ήταν από μόνο του ικανό να αποτρέψει
την Άγκυρα από τυχοδιωκτισμούς.
Ο λόγος που φαίνεται πως τελικώς δεν θα τολμήσει να
εμποδίσει με στρατιωτικά μέτρα τη διεξαγόμενη γεώτρηση από την ΕΝΙ-Kogas είναι
η αντίδραση της Δύσης σε μία τέτοια ενέργεια.
Προς το παρόν, τόσο οι ΗΠΑ όσο και οι μεγάλες ευρωπαϊκές
χώρες αναγνωρίζουν, βεβαίως, το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να
εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό πλούτο της, αλλά αποφεύγουν να καταγγείλουν την
τουρκική πρακτική.
Περιορίζονται σε γενικόλογες συστάσεις για αποφυγή ενεργειών
που δημιουργούν ένταση και συστήνουν τα έσοδα από το φυσικό αέριο να μοιρασθούν
δίκαια στις δύο κοινότητες στο πλαίσιο λύσης του Κυπριακού.
Εάν οι Τούρκοι εμπόδιζαν τη γεώτρηση, η Δύση θα υποχρεωνόταν
να αλλάξει την τωρινή μάλλον ποντιοπιλατική στάση της. Στην κυπριακή ΑΟΖ είναι
αναμεμιγμένες μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες: η αμερικανική Noble Energy, η
ισραηλινή Delek, η ιταλική ΕΝΙ, η κορεατική Kogas και η γαλλική Τotal. Οι
εταιρείες αυτές ασκούν καθοριστική πολιτική επιρροή κι όχι μόνο στις
κυβερνήσεις τους.
Και βεβαίως δεν πρόκειται να μείνουν άπραγες εάν
παρεμποδισθεί η δραστηριότητά τους. Γνωρίζουν ότι εάν επαληθευθούν οι ενδείξεις
από τις σεισμικές έρευνες τα συμβόλαια που έχουν υπογράψει με την Κυπριακή
Δημοκρατία θα αποδειχθούν χρυσοφόρα.
Ας σημειωθεί ότι σύμφωνα με την ανάλυση των στοιχείων που
διαθέτει, η Noble Energy εκτιμά πως μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ υπάρχουν 3,5
δισεκατομμύρια βαρέλια πετρέλαιο. Αυτό τουλάχιστον δήλωσε ο Σόλων Κασίνης, ο
άνθρωπος που μέχρι πρότινος χειριζόταν εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας τα
ενεργειακά.
Η Δύση θα αντιδράσει και για έναν πρόσθετο σοβαρό λόγο. Οι
Αμερικανοί πιέζουν εδώ και χρόνια τους Ευρωπαίους να απεξαρτηθούν από τη ρωσική
ενέργεια με το επιχείρημα ότι η ενεργειακή εξάρτηση διαμορφώνει όρους και
πολιτικής εξάρτησης. Οι σχετικές προσπάθειες για παράκαμψη της Ρωσίας, όμως,
δεν έχουν τελεσφορήσει.
Το ζήτημα επανήλθε με μεγάλη οξύτητα λόγω της ουκρανικής
κρίσης. Η επάνοδος του ψυχροπολεμικού κλίματος και η προσπάθεια της Μόσχας να
στραφεί προς την τεράστια ενεργειακή αγορά της Κίνας έχει αυξήσει την
αβεβαιότητα.
Εάν επιβεβαιωθούν οι αισιόδοξες εκτιμήσεις για το μεγάλο
μέγεθος των κοιτασμάτων στην υφαλοκρηπίδα του Ισραήλ, της Κυπριακής Δημοκρατίας
και της Ελλάδας, η ΕΕ θα βρεθεί με ενεργειακές πηγές στην αυλή της. Με άλλα
λόγια, θα αποκτήσει μελλοντικά ένα σημαντικό βαθμό ενεργειακής αυτονομίας.
Έχει, λοιπόν, κάθε συμφέρον η διαδικασία ερευνών και
γεωτρήσεων να προχωρήσει και βεβαίως προτιμάει οι ενεργειακές πηγές που
βρίσκονται νοτίως της Κύπρου να είναι υπό τον έλεγχο της αδύναμης και ενσωματωμένης
στην Ευρωζώνη Κυπριακής Δημοκρατίας παρά να περάσουν υπό τον έλεγχο της
δύστροπης Τουρκίας, η οποία κάνει παιχνίδι για τον εαυτό της.
Υπενθυμίζουμε πως όταν η Λευκωσία είχε ανακηρύξει ΑΟΖ, η
Άγκυρα είχε αντιδράσει με απειλητικές δηλώσεις. Στις αρχές του 2007 είχε
ανακοινώσει ότι «είναι αποφασισμένη να υπερασπίσει τα δικαιώματα και συμφέροντά
της στην Ανατολική Μεσόγειο και δεν πρόκειται να επιτρέψει την προσβολή τους».
Η Λευκωσία δεν είχε πτοηθεί. Είχε προχωρήσει σε συμφωνίες με
μεγάλες διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες για την πραγματοποίηση ερευνών, αφού
προηγουμένως είχε οριοθετήσει την ΑΟΖ της με την Αίγυπτο, με το Ισραήλ και με
τον Λίβανο (εκκρεμεί η κύρωσή της).
Οι τουρκικές στρατιωτικές παρενοχλήσεις δεν απέτρεψαν την
ολοκλήρωση των σεισμικών ερευνών και την επιτυχή γεώτρηση στο κοίτασμα Αφροδίτη
στο θαλάσσιο οικόπεδο 12.
Με άλλα λόγια, την πρώτη φορά οι Τούρκοι απέτυχαν να
ακυρώσουν το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό
πλούτο της.
Αυτή τη φορά, η Άγκυρα δεν περιορίσθηκε σε απειλητικές
δηλώσεις και σε στρατιωτικές παρενοχλήσεις. Έκανε ένα ακόμα βήμα. Εξέδωσε νότα,
με την οποία εντελώς παρανόμως δεσμεύει για έρευνες εντοπισμού ενεργειακών
κοιτασμάτων μία θαλάσσια περιοχή νοτίως της Κύπρου!
Το σχετικά νεοαποκτηθέν σκάφος Μπαρμπαρόσα έχει τη
δυνατότητα διεξαγωγής τέτοιων ερευνών και όλα δείχνουν ότι ήδη έχει αρχίσει
τέτοια δραστηριότητα. Με τον τρόπο αυτό οι Τούρκοι παραβιάζουν εμπράκτως τα
νόμιμα δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία δεν έχει τη στρατιωτική
ισχύ να τα περιφρουρήσει.
Για τους προαναφερθέντες λόγους, ωστόσο, αποφεύγουν να
εμποδίσουν με στρατιωτικά μέσα τη γεώτρηση.
Επίσης δεν είναι σε θέση να δημιουργήσουν τετελεσμένο,
πραγματοποιώντας δική τους γεώτρηση στην κυπριακή ΑΟΖ και στήνοντας πλατφόρμα
για άντληση φυσικού αερίου.
Οι Τούρκοι δεν έχουν τα μέσα να το κάνουν μόνοι τους
και καμία μεγάλη πετρελαϊκή εταιρεία δεν πρόκειται να συνεργασθεί μαζί τους σε
μία τόσο κραυγαλέα παρανομία.
Κατά συνέπεια, όσο δεν εμποδίζουν τη διεξαγόμενη γεώτρηση, η
πρόκλησή τους, παρότι συνιστά ποιοτική κλιμάκωση σε σύγκριση με το παρελθόν,
έχει όρια όσον αφορά την αποτελεσματικότητά της.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι γιατί η Άγκυρα επιδίδεται σε
προκλήσεις που από μόνες τους δεν επαρκούν για να ακυρώσουν το δικαίωμα της
Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό πλούτο της.
Ο πρώτος λόγος είναι ότι θέλει να καταγράψει με τη
μεγαλύτερη έμφαση την έμπρακτη αμφισβήτηση αυτού του δικαιώματος. Κατ’ αυτό τον
τρόπο αφήνει ανοικτό τον δρόμο για περαιτέρω κλιμάκωση και δημιουργία
τετελεσμένων στο μέλλον. Εάν έμενε άπραγη ή περιοριζόταν σε δηλώσεις θα της
ήταν πολύ πιο δύσκολο.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι νεοοθωμανοί θεωρούν πως με την
τακτική τους αυτή εγγράφουν υποθήκες. Καλλιεργούν την εντύπωση στην
ελληνοκυπριακή πλευρά ότι εάν δεν αποδεχθεί το σχέδιο τύπου Ανάν που βρίσκεται
στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων Αναστασιάδη-Έρογλου δεν θα καταστεί δυνατή η
εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου.
Μία τέτοια λύση, όμως, όχι μόνο θα επέτρεπε στους Τούρκους
να βάλουν χέρι (μέσω των Τουρκοκυπρίων) στον ενεργειακό πλούτο της Κυπριακής
Δημοκρατίας, αλλά και θα εξασφάλιζε ότι το κυπριακό φυσικό αέριο θα
διοχετευόταν στην Ευρώπη μέσω Τουρκίας.
Σ’ αυτό το επίπεδο, η Άγκυρα ξέρει ότι μπορεί να ποντάρει
στην υποστήριξη και των Αμερικανών και των Ευρωπαίων. Μπορεί οι Δυτικοί να
είναι δυσαρεστημένοι από την παρελκυστική στάση του Ερντογάν στο ζήτημα της
καταπολέμησης των τζιχαντιστών, αλλά θεωρούν ότι έχουν ανάγκη την Τουρκία.
Γι’ αυτό και αποφεύγουν επιμελώς να καταγγείλουν τις
προκλήσεις της στην Κύπρο. Γι’ αυτό η Βρετανία, υποστηριζόμενη από τη Σουηδία
και τη Φινλανδία, εμπόδισε την πραγματοποίηση διαβήματος της ΕΕ στον ΟΗΕ.
Γι’ αυτό ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Σουλτς απέτρεψε τη
συζήτηση για έκδοση καταδικαστικού ψηφίσματος.
Ακόμα και η σύνοδος κορυφής της ΕΕ απέφυγε να καταγγείλει
ευθέως την πρακτική των Τούρκων, περιοριζόμενη σε γενικόλογες διατυπώσεις και
συστάσεις, καθώς και σε προτροπές προς τις δύο κοινότητες να λύσουν το
Κυπριακό.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ έσπευσε
με δήλωσή του να ζητήσει την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, αποφεύγοντας να
αναφερθεί στην αιτία που οδήγησε την ελληνοκυπριακή πλευρά να τις αναστείλει.
Υπενθυμίζουμε ότι στο πλαίσιο της αντίδρασής της για την
τουρκική πρόκληση η Λευκωσία αποφάσισε όχι μόνο να αναστείλει τις διακοινοτικές
διαπραγματεύσεις, αλλά και να παγώσει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της
Τουρκίας με την ΕΕ (δεν θα εγκρίνει το άνοιγμα άλλου κεφαλαίου). Τα αντίμετρα
αυτά ήταν επιβεβλημένα.
Η ελληνοκυπριακή ηγεσία, όμως, πρέπει να ξέρει ότι σύντομα
θα δεχθεί πιέσεις να υποχωρήσει και στα δύο αυτά μέτωπα. Η δήλωση του γενικού
γραμματέα του ΟΗΕ είναι μόνο η πρώτη βολή.
Ο τρίτος λόγος που η Άγκυρα κάνει επίδειξη δύναμης νοτίως
της Κύπρου είναι για να εδραιωθεί ως κυρίαρχη ναυτική δύναμη στην Ανατολική
Μεσόγειο.
Βασική συνιστώσα της ευρύτερης νεοοθωμανικής στρατηγικής,
έτσι όπως σε ανύποπτο χρόνο την έχει εκθέσει ο Νταβούτογλου, είναι η μετατροπή
της Τουρκίας σε μεγάλη ναυτική δύναμη. Σε αντίθεση με τους κεμαλιστές, που
είχαν στόχο να θέσουν υπό έλεγχο το ανατολικό Αιγαίο, στόχος των νεοοθωμανών
είναι ο έλεγχος του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου.
Για να κλιμακώσει τη ναυτική πίεσή της στο Αιγαίο, η Τουρκία
στέλνει συστηματικά πολεμικά σκάφη της να κάνουν επίδειξη σημαίας σχεδόν έξω
από το Σούνιο.
Ο Νταβούτογλου έχει δηλώσει ότι οι επί τούτου συχνές
διελεύσεις τουρκικών πολεμικών πλοίων και στην καρδιά του δυτικού Αιγαίου
οφείλονται στην ψυχολογική ανάγκη των Τούρκων να δείχνουν ότι το Αιγαίο δεν
είναι ελληνική θάλασσα! Προσέθεσε, μάλιστα, ότι εφεξής θα βλέπουμε
«περισσότερες φιλικές τουρκικές σημαίες στο Αιγαίο» (αρχές Μαρτίου του 2011).
Με άλλα λόγια, επιβεβαίωσε την αποφασιστικότητα της Τουρκίας
να έχει ναυτική παρουσία ακόμα και στην καρδιά της Ελλάδας.
Στο ίδιο πλαίσιο εγγράφεται και η προσπάθεια της Άγκυρας να
ακυρώσει εμπράκτως ελληνικά πεδία βολής στο Αιγαίο και να επιβάλει δικά της.
Επιβεβαιώνεται, δηλαδή, η εκτίμηση ότι η Άγκυρα είναι
αποφασισμένη να λειτουργήσει σαν περιφερειακή δύναμη και συγκεκριμένα να
επιδείξει τη ναυτική ισχύ της.
Απηχώντας αυτή τη στρατηγική, η τουρκική εφημερίδα Σαμπάχ
έχει γράψει χαρακτηριστικά: «Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι κάποτε τη Μεσόγειο
την αποκαλούσαν “τουρκική λίμνη”»!
Την πολιτική βάση των τουρκικών προκλήσεων την έδωσε με την
τελευταία δήλωσή του ο Νταβούτογλου. Είπε ότι χώρα του νομιμοποιείται να
διεξάγει έρευνες νοτίως της Κύπρου, επειδή έχει συνάψει συμφωνία με τους
Τουρκοκύπριους! Προσέθεσε, μάλιστα, ότι εάν οι Ελληνοκύπριοι δεν θέλουν να
αναγνωρίσουν τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων στο σύνολο της Κύπρου θα πρέπει το
Κυπριακό να λυθεί με την αναγνώριση δύο κρατών.
Η διατύπωση ότι η Τουρκία έχει συνάψει συμφωνία με τους
Τουρκοκύπριους είναι θολή και παραπλανητική. Ο ΟΗΕ και η διεθνής κοινότητα
αναγνωρίζουν ως νόμιμη κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας την κυπριακή
κυβέρνηση. Αυτή μόνο έχει το δικαίωμα να συνάπτει συμφωνίες. Οι Τουρκοκύπριοι ως
πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν συνάπτουν συμφωνίες.
Τη συμφωνία με την Άγκυρα τη συνήψε το τουρκοκυπριακό
κράτος, το οποίο είναι διεθνώς παράνομο και ως εκ τούτου παράνομη είναι και η
εν λόγω συμφωνία.
Οι έρευνες του Μπαρμπαρόσα νοτίως της Κύπρου, όμως, είναι
παράνομες και με βάση την επίσημη θέση της Άγκυρας.
Σε αντίθεση με τη διεθνή κοινότητα που αναγνωρίζει ένα
κράτος στην Κύπρο, η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι ισχυρίζονται ότι από το 1983
(τότε ανακήρυξαν την “Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου”) στην Κύπρο υπάρχουν
δύο κράτη.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την επίσημη τουρκική θέση, η “Τουρκική
Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου” έχει κυριαρχικά δικαιώματα στη βόρεια Κύπρο, άρα και
στην ΑΟΖ που της αντιστοιχεί. Δεν έχει, όμως, κανένα δικαίωμα στη νότιο Κύπρο
και κατ’ επέκτασιν στην ΑΟΖ που της αντιστοιχεί.
Η Άγκυρα και η τουρκοκυπριακή ηγεσία παίζουν σε δύο ταμπλό.
Αναλόγως με τι κάθε φορά τις βολεύει άλλοτε μιλάνε για δύο κράτη κι άλλοτε
θυμούνται ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι συνεταιρικό κράτος, παρότι οι ίδιες
το κατέλυσαν αρχικά με την κατοχή και στη συνέχεια με την ανακήρυξη του
ψευδοκράτους.
Είναι αξιοσημείωτο, πάντως, ότι η Λευκωσία και η Αθήνα δεν
έχουν καταγγείλει την κραυγαλέα αυτή αντίφαση της τουρκικής εξωτερικής
πολιτικής.
Ακόμα, όμως, και με τους όρους του συνεταιρικού κράτους δεν
στέκει η θέση ότι οι Τουρκοκύπριοι έχουν ισότιμα δικαιώματα σε ολόκληρη την
Κύπρο, άρα και στα ενεργειακά κοιτάσματα νοτίως της Μεγαλονήσου.
Σ’ όλο τον κόσμο ισχύει ότι ο ενεργειακός πλούτος μίας χώρας
ανήκει στο νόμιμο κράτος και όχι σε κάθε πολίτη ξεχωριστά. Τα έσοδα τα
διαχειρίζεται η νόμιμη κυβέρνηση προς όφελος της κοινωνίας και δεν τα μοιράζει
στους πολίτες.
Μόνο, λοιπόν, εάν λυθεί το Κυπριακό οι Τουρκοκύπριοι θα
επωφεληθούν από τον ενεργειακό πλούτο και μάλιστα εμμέσως, όπως κάθε άλλος
πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Οι τουλάχιστον άστοχες δηλώσεις και του προηγούμενου
προέδρου Χριστόφια και του σημερινού προέδρου Αναστασιάδη ότι οι Τουρκοκύπριοι
θα έχουν μέρισμα από τον ενεργειακό πλούτο έκαναν μεγάλη ζημιά.
Έδωσαν πολιτικό έρεισμα στη θέση της Ουάσιγκτον και πολλών
Ευρωπαίων ότι ο ενεργειακός πλούτος πρέπει να μοιραστεί ακριβοδίκαια μεταξύ των
δύο κοινοτήτων.
Η λύση του Κυπριακού, άλλωστε, είναι μια τελείως ανεξάρτητη
διαδικασία από την τρέχουσα άσκηση της κυριαρχίας εκ μέρους της νόμιμης
κυβέρνησης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου